Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

On the shooting of the 16-year-old boy in Athens

This is a text written collectively by a group of residents of Ireland who are former residents of Greece, after communication with people involved in the marches and various Exarchia residents. It was given to the greek embassy in Dublin after a picket protest on 9th Dec 2008.

● The incident

On Saturday, 6th of December 2008, two ex-army special forces armed uniform officers (Eidikoi Frouroi/EF) were patrolling in a squat car in Exarchia, central Athens. They got involved in a verbal argument with some young people who were there. They left, and after a few minutes they returned on foot. The verbal argument continued, one of the young people threw a plastic bottle of water to the EF, one of whom pulled his gun and shot him twice directly on the chest.

● General disapproval

This is not a unique and isolated incident. During the last years we have seen a multiplication of marches in Greece, but also a rise of violence from the State. The governments have been incapable of dealing with the bad state of the economy. Foreign investors carry their business in countries with cheaper labour, leading to a high rate of unemployment. The governments chose to increase taxation in small businesses and working people and reduce the already insufficient pensions. Also, a university reform was proposed, which would make them function more like companies rather than academic institutions. Maybe the most important failure of the recent governments, is when they let almost half of the greek forests burn, and tried to eliminate these huge fires with no central planning.

Thus, the people organised huge marches. Pensioners, students, even police unions were confronted with violence; the armed and in full armour riot-police (MAT) are very generous in using tear-gas, smoke grenades and stun grenades. For the last few years the news had headlines like: “Just by chance there were no fatalities”, “Athens resembles a battlefield” etc. During the last month, two refugees were killed by the police while they were waiting in a queue to apply for asylum.

After the Olympics in Athens, the Greek 9/11 in terms of applying “anti-terrorist” measures, the right-wing governments reformed the Special Brands according to the old military fashions, enforced as police fashions in Greece by the 1967-74 military junta, having been initialised by the 1936 fascist government.

● Why the area is important

These bodies (EF and MAT) are extensively active around the Exarchia area. This area is really significant for Athens. Just behind the Polytechnic School, it is an area were many students traditionally used to live and became a center of resistance during the military junta. Many social centers and small shops are found in this area of 90,000 m2 and 22,068 residents. It is the only area which conserves the architectural tradition of the 18th/19th centuries, people live as a community and they are not absorbed by individualism. It is an open space, where people from all over Athens and Greece participate in various events. The area also has a lot of green, mostly on Strefi hill.

The governments though, are quite uncomfortable about that. For years they have been trying to absorb the people into individualism. Their friends, the construction companies, see in the green Strefi hill a piece of land where they would happily build huge commercial centers and blocks of flats.

To achieve all these, EF and MAT patrols have been permanently installed for the last 4 or 5 years. The people, though, organised the Exarchia Residents Committee and managed to stop the re innovation plans. They also organised free exchange markets while in the area free lessons of using computers and of the greek language are delivered to refugees. (photos at:
http://exarchia.pblogs.gr/2008/12/den-katanalwnw-epanah....html)

● Massive Outrage

That's why the murder of a 16-year-old boy by an EF in Exarchia outraged the people so much. That's why it spread all over Greece. While the mainstream media want to promote a few-anarchists-overreact image, it is far from the truth. Almost all parties of the Left participated in a 10,000 people march organised in less than two hours since the event happened. No riots happened until the MAT appeared and provoked verbally the demonstrators. Then, a massive outrage came to the surface: young people NOT taking part in the march started throwing stones to the MAT, 70-year-old people went out at their balconies and threw flowerpots and ashtrays to the MAT, who answered, as usually, with tear-gas and stun grenades.

Demonstrators who managed to reach and protest at the Special Brands Headquarters in Athens and the police departments in Thessaloniki were, not surprisingly, confronted with tear-gas and stun grenades.

● Further action

Marches were also organised on the 7th and 8th of December. The first by Leftists and Anarchists, the second by the Schools Union. Also, the Provosts of universities in Athens called for a strike. Both marches were confronted with violence by the MAT. They have been throwing tear-gas and stun grenades to the thousands of school students who went to the march. This only enrages the students even more, which has led to all these fires in the center of Athens. All of them are set in Ministry buildings, squat cars and stores of multinational corporations.

Marches in many other -more than 20- cities had the same fate: a peaceful march was provoked by the MAT, the demonstrators were enraged and set fires to governmental buildings. The disapproval against the government has become so massive, that even the mainstream media have started to call for the resignation of the prime minister and conduction of elections. None in the media say that they don't understand the motives of the people.

In many cities around Europe, protests for this situation have been called. Berlin, London, Edinburgh, Paris, Barcelona and cities in Holland, Cyprus, Slovakia and other.

This is the situation for which we want to protest in Ireland, too!

● What we ask

We demand the respect of Human Rights in Greece.

We demand the full disarmament of the police and the abolishment of the EF body.

We demand the end of the continuous injustice between people living in Greece.


Former Residents of Greece

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2008

...Ιστορία του, Αμαρτία του, Λάθος του μεγάλο...

Το παρόν αποτελεί αναδημοσίευση από κείμενο φοιτητών στη Σάμο που μοιράστηκε σε Γενικές Συνελεύσεις φοιτητών. Ευχαριστώ τα παιδιά που μου το έστειλαν. Όσον αφορά τη ρητορική τους ερώτηση, οι φοιτητές της Χίου μια χαρά ξέρουν την σταδιοδρομία του -για τους περισσότερους- προτύπου τους...

Τις τελευταίες μέρες έγινε γνωστό ότι το Πανεπιστήμιο Αιγαίου προτίθεται να εκλέξει ως καθηγητή το Γιάννη Τσαμουργκέλη στο Τμήμα Ναυτιλιακών και Επιχειρηματικών Σπουδών στη Χίο.

Ο Τσαμουργκέλης είναι ο περιβόητος φοιτητής, μέλος της ΠΑΣΠ τότε, όπου το Νοέμβριο του 1985 ψήφισε για την κατάλυση του ασύλου, ως μέλος του Κ.Σ της ΕΦΕΕ. Στις 17 Νοέμβρη 1985 μετά από μία μεγαλειώδη πορεία φοιτητών και εργαζομένων για την 12η επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, η αστυνομία επιτίθεται και δολοφονεί εν ψυχρώ τον 15 χρονο Μιχάλη Καλτεζά. Ως ένδειξη διαμαρτυρίας φοιτητές καταλαμβάνουν το Χημείο.

Η κυβέρνηση θέλοντας να καταστείλει τις αντιδράσεις από την δολοφονία του Καλτεζά επιχειρεί να καταστείλει την κατάληψη του Χημείου. Στις 18 Νοέμβρη συνεδριάζει η επιτροπή ασύλου του Πανεπιστημίου Αθηνών που αποτελείται από τους Μ. Σταθόπουλο, πρύτανη, Δ. Μαυράκη εκπρόσωπο του ΔΕΠ και Ι. Τσαμουργκέλη εκπρόσωπο των φοιτητών, μέλος του ΚΣ της ΕΦΕΕ από την ΠΑΣΠ. Για να παρθεί απόφαση για άρση του ασύλου απαιτούνταν ομοφωνία. Και δεδομένου ότι οι άλλοι δύο θα ψήφιζαν ούτως ή αλλως υπέρ, η ψήφος του Τσαμουργκέλη θα έκρινε την απόφαση της επιτροπής.

Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν η βίαιη επέμβαση της αστυνομίας, η οποία πλημμύρισε το χώρο με χημικά. Δεκάδες φοιτητές υπέστησαν άγριο ξυλοδαρμό και 37 από αυτούς συνελήφθησαν. Η πράξη αυτή του Τσαμουργκέλη θα καταδικαστεί από όλους τους φοιτητικούς συλλόγους και στις 10 Δεκέμβρη 1985 η γενική συνέλευση του Οικονομικού θα τον διαγράψει από μέλος του φοιτητικού συλλόγου.

Ο Τσαμουργκέλης για πολλά χρόνια δεν θα μπορεί να περάσει ούτε έξω από πανεπιστημιακό χώρο και θα ασχοληθεί με διάφορες θέσεις σε οργανισμούς και τράπεζες. Παράλληλα κάνει δηλώσεις περηφάνιας σε εφημερίδες για την πράξη του αυτή καθώς και για το ότι είχε στην κατοχή του τη σημαία του Πολυτεχνείου. Το 1995 θα κάνει την επανεμφάνιση του προσπαθώντας να γίνει καθηγητής στο Οικονομικό Αθηνών. Όμως οι προσπάθειες του ματαιώνονται μετά από κινητοποιήσεις φοιτητών.

Η συγκεκριμένη χρονική στιγμή που εμφανίζεται το θέμα δεν είναι τυχαία. Σε μια περίοδο όπου φοιτητές γεμίζουν και πάλι τα αμφιθέατρα των γενικών τους συνελεύσεων, προσπαθώντας να βγουν στο δρόμο ενάτια στον αντιδραστικό Νόμο Πλαίσιο, τα ΚΕΣ και συνολικά την πολιτική της κυβέρνησης. Που γίνονται προσπάθειες να δυσφημιστεί το άσυλο από όλες τις πλευρές (κυβέρνηση, πρυτάνεις, καθηγητές, ΜΜΕ), η επιλογή του συγκεκριμένου ατόμου, φορέας ιστορικών αναμνήσεων της κατάλησης του ασύλου, είναι προκλητική και δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη. Επιπλέον η επιλογή ενός απομακρυσμένου πανεπιστημίου, όπως αυτού της Χίου δεν είναι τυχαία καθώς πιστεύεται ότι δεν θα υπάρξουν αντιδράσεις και θα μονιμοποιηθεί πιο εύκολα.

Ο Ι. Τσαμουργκέλης δεν έχει θέση στο πανεπιστήμιο που θέλουμε και διεκδικούμε. Άραγε οι φοιτητές του στο τμήμα που διδάσκει γνωρίζουν με βάση ποιό «ήθος» ξεκίνησε η ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία;

Καλούμε όλους τους φοιτητικούς συλλόγους και την πανεπιστημική κοινότητα να καταδικάσει την πράξη αυτή.

ΚΑΤΩ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΣΥΛΟ
ΤΟ ΑΣΥΛΟ ΑΝΗΚΕΙ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟ ΛΑΟ


ΦΟΙΤΗΤΕΣ/ΦΟΙΤΗΤΡΙΕΣ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2008

Ιρλανδικός Εθνικισμός και το "Όχι" στην Ευρωσυνθήκη

Ο ελληνικός τύπος σύσσωμος πανηγύρισε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος σχετικά με την επικύρωση ή όχι της "Ευρωσυνθήκης της Λισαβόνας". Η άγνοια δε, των δημοσιογράφων, οδήγησε στο να γραφτούν ανακρίβειες κάθε τύπου. Όλη η υπόθεση παρουσιάστηκε χωρίς καμμία έρευνα και εμφανίστηκε στα άρθρα και τα κανάλια φιλτραρισμένη από λογικές ελληνικού τύπου, που ουδεμία σχέση έχουν με την Ιρλανδία. Θα ξεσκεπάσουμε αυτές τις ανακρίβειες της copy-paste δημοσιογραφίας και στο δρόμο θα γελάσουμε με τα ευρήματά τους. (Επίσης θα γελάσουμε με την προσπάθειά τους να διαβάσουν ιρλανδικές λέξεις στα αγγλικά.) Νέα άρθρα επαναφέρουν το θέμα στην επικαιρότητα, με τη συνηθισμένη ελληνική συνοδεία: τη συνωμοσιολογία.

"Dublin is such a small city: everyone knows everyone else's business"
James Joyce, The Boarding House, Dubliners


Ιρλανδία και Εθνικισμός

Στην Ιρλανδία δεν υπάρχει κάποιο μπλοκ σκινάδων νεο-ναζί, τουλάχιστον οργανωμένο, αλλά λίγοι σκόρπιοι. Αυτό κάνει πολλούς να νομίζουν ότι η Ιρλανδία είναι ένας φολκλορικός παράδεισος. Μόνο έτσι δεν είναι τα πράγματα όμως, καθώς τελευταία έχουμε όχι μόνο τα γνωστά περιστατικά, τύπου πεσίματος από μεθυσμένους επειδή μιλάμε ελληνικά στον δρόμο, αλλά τη δολοφονία Πολωνών εργατών στην Τάλα (Tallaght) και την απαγόρευση έγχρωμων να ανέβουν σε λεωφορεία.

Πώς φτάσαμε εκεί; Μια παρουσίαση της πρόσφατης ιστορίας της ιρλανδίας φωτίζει κάποιες πτυχές.

Η εξέγερση του 1916 ενάντια στην αγγλική αυτοκρατορία είχε αρχικό σκοπό από μερικούς την αυτοδιαχείριση της ιρλανδίας από συμβούλια και από μερικούς άλλους ένα σοσιαλδημοκρατικό κράτος πρόνοιας. Μέχρι το 1920 σχεδόν όλοι αυτοί ήταν νεκροί ή φυλακισμένοι. Ο εμφύλιος έγινε ανάμεσα σε ιρλανδούς πατριώτες υπέρ της συνθήκης με την αγγλία και ιρλανδούς πατριώτες κατά της συνθήκης. Η γέννηση του ιρλανδικού κράτους, του "ρεπούμπλικ" σε άπταιστα ιρλανδικά, σηματοδότησε και την εμφάνιση του εθνικισμού στην τοπική πολιτική. Το γεγονός ότι είσαι irish republican patriot είναι αναμφισβήτητο. Παλαιότερα αυτό συνοδευόταν και με μεγάλες δόσεις καθολικισμού. Ό,τι έγινε από τότε και ύστερα στην ιρλανδία, έγινε για το καλό του ρεπούμπλικ—για "μας". Η ζωή ακολούθησε το δόγμα Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια. Τώρα, μετά τα σκάνδαλα παιδεραστείας από παπάδες (1995-1998), η θρησκεία βγήκε απ' έξω.


Η Κομματική Πραγματικότητα και η Ευρωσυνθήκη

Κυβερνών κόμμα εδώ είναι το Φιίνα Φολ από το 1997 μέχρι σήμερα (έτσι διαβάζεται στα ιρλανδικά το Fianna Fάil που σημαίνει Στρατιώτες της Χριστιανικής Μοίρας). Το Φιίνα Φολ είναι ένα κόμμα τύπου ΝΔ. Στην κυβέρνηση συμμετέχουν οι Πράσινοι και οι Progressive Democrats, ένα κόμμα σαν τους Φιλελεύθερους του Μάνου (ελεύθερη αγορά πάνω απ' όλα) το οποίο μόλις διαλύθηκε (18-23/09/2008) και ενσωματώθηκε σε άλλα κόμματα.

Δεύτερο κόμμα είναι το Φίνα Γκέιλ (σημαίνει Ιρλανδική Οικογένεια), με πολιτική τύπου ΠΑΣΟΚ, δηλαδή κεντροδεξιά με σοσιαλδημοκρατικό προσωπείο. Το Labour Party είναι κάτι σαν ΣΥΡΙΖΑ, το Σιν Φέιν είναι τελείως ιρλανδικό εθνικοαπελευθερωτικό μόρφωμα και δεν έχει αντίστοιχο ελληνικό, και το Socialist Party είναι οι Τροτσκιστές. Τα ποσοστά που παίρνουν στις εκλογές είναι πάνω κάτω κάθε φορά τα ίδια:

Φιίνα Φολ: 41 %
Φίνα Γκέιλ: 27 %
Labour: 10.5 %
Σιν Φέιν: 7 %
Πράσινοι: 4.5 %
Progressive Democrats: 3 %
Τροτσκιστές: 0.7 %

Βλέπουμε λοιπόν, ότι ο "ρεπούμπλικαν πατριώτης" είναι μια ενεργή πραγματικότητα στην ιρλανδία και όχι κάποια φανταστική κατασκευή. Όσον αφορά την Ευρωσυνθήκη, τα δύο μεγάλα κόμματα και οι PD υποστήριξαν το "ναι", το Labour είχε ανοιχτή γραμμή οπότε ήταν μισοί-μισοί, ενώ τα άλλα κόμματα ήταν κατά. Κατά ήταν επίσης το Workers Party (Κομμουνιστικό Κόμμα), το WSM (Ομοσπονδία Αναρχικών), ενώ εμφανίστηκε και μια οργάνωση—η Libertas—υπέρ του όχι.


Η Καμπάνια για το "Όχι" και ο Δεξιός Εθνικισμός

Δεν θα αναφερθούμε εδώ σε όλα τα επιχειρήματα υπέρ του "όχι". Θα παρουσιαστούν μόνο κάποιες πτυχές που θεωρούνται άξιες σχολιασμού. Κάνοντας μια παρένθεση, ας αναφέρουμε ότι η καμπάνια υπέρ του "ναι" ήταν τουλάχιστον γελοία και, προφανώς, εθνικιστική. "Good for Ireland, Good for Europe. Vote Yes." είναι το μοναδικό σύνθημά της. Αφού είναι καλό για "μας", τότε δεν έχει σημασία ο λόγος. Ας το ψηφίσουμε, είπαν το 46% που ψήφισαν "ναι". Άλλο επιχείρημα ήταν ότι ο Μπέρτι Αχέρν, ο Τιίσοχ (Taoiseach=πρωθυπουργός) για 11 χρόνια, ψήφισε "ναι". Ο—για τους φίλους—Μπέρτι είναι τοπικός σταρ/Ψωμιάδης, και κέρδιζε τις εκλογές πίνοντας μπύρες με τα "παλικάρια" στις παμπ (a pint with the lads...), τουμπάροντας έτσι όποιες αντιδράσεις για την αφορολόγητη δωρεά όλου του δημοσίου σε πολυεθνικές.

Παρόλ' αυτά, ό,τι είναι πράσινο (το ιρλανδί) είναι καλό—και αυτό ισχύει επίσης και από τη μεριά του "όχι". Η καμπάνια για το "όχι" είχε δύο πτυχές: μια εθνικιστική και μια ταξική. Και στις δύο περιπτώσεις, έπρεπε να πείσουμε για το καλό "μας" και να αποκλείσουμε τους Άλλους...

Πρώτον: η Libertas δεν "ηγήθηκε" της καμπάνιας για το "όχι". Τα άτομα που τη σχημάτισαν είχαν από παλαιότερα συμμετάσχει σε νεοφιλελεύθερα think-tanks και τους ήξερε όλος ο κόσμος. Δεν έγινε καμμία ανακάλυψη κρυφής χρηματοδότησης της Libertas μετά το δημοψήφισμα, αλλά όλα είχαν βγει στη φόρα από πολύ πριν: http://www.wsm.ie/news_viewer/3946
Η καμπάνια δεν είχε ηγέτες, αλλά κάθε ομάδα που υποστήριζε το "όχι" κινήθηκε ξεχωριστά. Λόγω του ήδη προϋπάρχοντος εθνικισμού, η Libertas πήρε περισσότερο τηλεοπτικό χρόνο. Τα κανάλια έδωσαν αυτό που ήξεραν ότι ζητάει ο ιρλανδικός λαός. Το εθνικιστικό παραλήρημα της Libertas ήταν:

"Με την Ευρωσυνθήκη θα μπουν ευρω-φόροι, άρα θα φύγουν επιχειρήσεις από την Ιρλανδία (μας). Θα γίνει ευρωστρατός και θα μας πάρουν τα παιδιά (μας). Θα ισχύουν οι ίδιοι νόμοι σε όλη την ευρώπη, άρα θα επιτραπούν οι εκτρώσεις και οι γυναίκες (μας) θα πέσουν στην αμαρτία, και επίσης έτσι θα γεννηθούν λιγότερα παιδιά (μας)".


Η Καμπάνια για το "Όχι" και ο Αριστερός Εθνικισμός

Παρά το γεγονός ότι οι ισχυρισμοί για τους ευρωφόρους και τις εκτρώσεις είναι ψευδείς, οι πρώτοι υιοθετήθηκαν από όλη την αριστερά που υποστήριξε το "όχι". Έτσι λοιπόν, οι Εργατικοί, οι Τροτσκιστές και οι ελάχιστοι Κομμουνιστές που υπάρχουν, είπαν:

"Με την Ευρωσυνθήκη θα μπουν ευρωφόροι, άρα θα φύγουν επιχειρήσεις από την Ιρλανδία (μας). Θα γίνει ευρωστρατός και θα μας πάρουν τα παιδιά (μας)."

Είναι το λιγότερο εντυπωσιακό, άλλα και λογικό συνάμα, ότι επικεντρώθηκαν στις δουλειές που θα χαθούν για τους ιρλανδούς εργάτες στην ιρλανδία, ενώ οι αναφορές στους πολωνούς, ισπανούς και ιταλούς (με φθίνουσα σειρά βάσει πληθυσμού στην ιρλανδία) είναι ανύπαρκτες! Ο αγώνας γινόταν για να σηκώσει κεφάλι ο φτωχός και "τίμιος πλην παραπλανημένος" ιρλανδός ρεπούμπλικαν εργάτης. Φυσικά, με σκοπό την ψήφο. Επίσης, το μεγάλο επιχείρημα που προέβαλλε η αριστερά στις ομιλίες της και στην ραδιοφωνική της παρουσία, ήταν ότι "δεν ξέρουμε τι ψηφίζουμε" γιατί το κείμενο της συνθήκης είναι δύσκολο και ότι "η κυβέρνηση δεν έχει επιχειρήματα".

Ο λόγος για τον οποίο επικράτησε το επιχείρημα περί δυσκολίας, άγνωστος... Μια ματιά στη συνθήκη αποκαλύπτει αντιφάσεις ήδη από τις τέσσερεις πρώτες σελίδες κειμένου, γιατί να κάνω ότι δεν τις βλέπω επειδή είναι δύσκολο το κείμενο;

Επίσης, υπήρχε πλήθος αναφορών σε "Αυτούς και εμάς", δηλαδή ότι κάποιοι σε ένα σκοτεινό και ντουμανιασμένο υπόγειο κανονίζουν τη μοίρα μας και όχι εμείς, και Αυτοί είναι ενάντιοι στην "πρόοδο" που αναμφίβολα θα φέρει ο καλός λαός, απλά εμείς δεν το βλέπουμε ακόμα...

Βλέπουμε λοιπόν, δεύτερον, ότι το "ηχηρό και βροντερό 'όχι' του δημοκρατικού ιρλανδικού λαού" δεν υπάρχει, αλλά είναι εξ ολοκλήρου ελληνικό φανταστικό κατασκεύασμα. Μάλλον υπάρχει ένα εθνικιστικό—όχι ευρωσκεπτικιστικό όμως—"ίσως". Γι αυτό και το αποτέλεσμα ήταν τόσο αμφίβολο.


Η Καμπάνια για το "Όχι" και τα Όρια του Κλασικού Αναρχισμού

Από την άλλη, η καμπάνια του WSM http://www.wsm.ie/news_viewer/3825 κινήθηκε σε αρκετά διαφορετικό επίπεδο. Επειδή η συγκεκριμένη Ομοσπονδία δεν λειτουργεί κλειστά, σαν κόμμα, υπήρξαν πολλές διαφορετικές απόψεις και δεν "επικράτησε" κάποια της άλλης. Όμως, είναι σημαντικό να αναφερθούν κάποιες από τις απόψεις που δείχνουν τα όρια του κλασικού αναρχισμού σε σχέση με την αντιμετώπιση του φαινομένου του εθνικισμού. Σημαντικό, λόγω του γεγονότος ότι τέτοιες απόψεις στην ελλάδα τυγχάνουν ιδιαίτερα μεγάλης απήχησης.

Πολλοί κράτησαν μια θρησκευτική πίστη στον παραπλανημένο λαό, ο οποίος "θα καταλάβει" και "θα γίνει επανάσταση". Τα αφεντικά φταίνε που τον λοξοδρομούν, ο ίδιος όμως ο λαός, ποτέ! http://www.wsm.ie/news_viewer/4146 Αυτό δε, μάλιστα, υποτίθεται ότι είναι φυσικό, μια που είναι ταξικό φαινόμενο!!! Αν τους θυμίσεις ότι αυτός ο τύπος που δουλεύεις μαζί δεν είναι μόνο "ιρλανδός εργάτης" αλλά και κομματόσκυλο του Φιίνα Φολ, η απάντηση είναι ότι δεν πρέπει να του το πολυθυμίζεις, γιατί πρέπει να τον πάρουμε "με το μέρος 'μας'".


Οι Άνθρωποι Είμαστε Υπεύθυνοι για τη Μοίρα Μας


Οι άνθρωποι όμως, δεν είναι υποχείρια κάποιων αντικειμενικών νόμων κίνησης της Ιστορίας. Είναι ενεργά κοινωνικά άτομα, και συνεπώς υπεύθυνοι για την μοίρα τους. Και η ιστορία είναι κοινωνικο-ιστορική δημιουργία—κάθε φορά προκύπτει κάτι νέο, από ζαπατιστική κοινότητα μέχρι Άουσβιτς. Από τα καλύτερα μέχρι και τα χειρότερα.

Το ολοφάνερο γεγονός ότι δημιουργείται ένα νέο είδος ιρλανδικού εθνικισμού με την ενεργή συμμετοχή στη φαντασιακή του σημασία από τον ιρλανδικό "λαό", πρέπει επί τέλους να αποκαλυφθεί και να μην κρυβόμαστε πλέον πίσω από το δάχτυλό μας φοβόντας μήπως και προσβάλλουμε κανέναν.

Ούτε έλληνας ούτε ιρλανδός



Παράρτημα: Δημοσιεύματα του ελληνικού Τύπου
(Η έμφαση με πλάγια γράμματα δική μου)

Σε πολιτικό και θεσμικό χάος κινδυνεύει να βυθιστεί η ΕΕ, μετά το «όχι» των Ιρλανδών στη Συνθήκη της Λισαβόνας με ποσοστό της τάξης του 55%. Παρά την καμπάνια της κυβέρνησης και των περισσότερων κομμάτων, το«ναι» επικράτησε μόνο σε 6 από τις 43 περιφέρειες.

Ωστόσο, το αντιπολιτευόμενο «Σιν Φέιν» και η οργάνωση «Λιμπερτάς», που ηγήθηκε της εκστρατείας του «όχι», προειδοποίησαν τις Βρυξέλλες και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να σεβαστούν την ετυμηγορία του ιρλανδικού λαού. «Είναι μια μεγάλη νίκη της δημοκρατίας. Κάθε Ιρλανδός πρέπει να νιώθει περήφανος», είπε ο επικεφαλής της «Λιμπερτάς», Ντ. Γκάνλεϊ.
http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11381&subid=2&tag=8777&pubid=1126608
http://www.e-liberta.gr/site/content.php?artid=9216

"Το 'όχι' του ιρλανδικού λαού είναι πράξη ανυπακοής και έχει μεγάλη σημασία για όλους τους λαούς της Ευρώπης. Δείχνει ότι η λαϊκή αγανάκτηση κατά της ΕΕ φουντώνει και εξελίσσεται σε απειθαρχία. Το αντιδραστικό δημιούργημα που από κοινού συγκρότησαν τα κεντροαριστερά και κεντροδεξιά κόμματα είναι πια ένα κουρελόχαρτο και πρέπει να έχει τη μοίρα του πανηγυρικά απορριφθέντος από τους λαούς 'ευρωσυντάγματος' " αναφέρει σε σχετική ανακοίνωση Το Κομμουνιστικό Κόμμα (Ελλάδος).

Σχετικά με το «ΟΧΙ» του ιρλανδικού λαού στη Συνθήκη της Λισσαβόνας, η Μαρίκα Φραγκάκη, μέλος της ΚΠΕ και υπεύθυνη τμήματος Ευρωπαϊκής Πολιτικής του ΣΥΝ, δήλωσε:

Για άλλη μια φορά, αμφισβητήθηκε η δημοκρατική νομιμοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ηχηρό ιρλανδικό «ΟΧΙ» στη Συνθήκη της Λισσαβόνας απορρίπτει τα όποια μέτρα εκδημοκρατισμού της Ένωσης που παραχωρεί η Συνθήκη, ως ανεπαρκή σε σχέση με τις προσδοκίες και τις απαιτήσεις των ευρωπαίων πολιτών.

Η Ε.Ε. δεν μπορεί να υπάρξει σε διάσταση από τις ανάγκες και τις επιθυμίες των λαών της. Σήμερα είμαστε όλοι Ιρλανδοί!
http://www.ana-mpa.gr/anaweb/user/showprel?service=3&maindoc=6538059

ΕΝΩΤΙΚΗ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ΕΝ.ΑΝΤΙ.Α Δελτίο τύπου 13/06/2008 Η ΝΙΚΗΤΟΥ ΙΡΛΑΝΔΙΚΟΥ ΟΧΙ, ΝΙΚΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΛΑΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ! Χαιρετίζουμε την νίκη του ΟΧΙ στην Ιρλανδία στο δημοψήφισμα για την ευρωσυνθήκη. Είναι μια νίκη που εκφράζει τις διαθέσεις της πλειοψηφίας των εργαζόμενων καιτων λαών της Ευρώπης. Όλων εκείνων που με μαχητικούς αγώνες συγκρούονται με τις επιλογές των κυρίαρχων τάξεων και των κυβερνήσεωντης ΕΕ με τις πολιτικές της ακρίβειας, της λιτότητας, της ανασφάλιστης ελαστικής εργασίας, των ιδιωτικοποιήσεων, της μετατροπής σε εμπορεύματα των δικαιωμάτων στη δημόσια εκπαίδευση , υγεία, με το ρατσισμό και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις.
http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=880108

"μια μεγάλη ημέρα κατά την οποία μπορεί κανείς να είναι υπερήφανος που είναι Ιρλανδός" έκανε λόγο ο επικεφαλής της οργάνωσης Libertas

Στην Ιρλανδία επικρατεί το αίσθημα ότι η κοινή γνώμη της χώρας πιέστηκε πολύ και απειλήθηκε για να ψηφίσει "ναι" σε μια συνθήκη που λίγοι είχαν διαβάσει ή κατανοήσει
http://www.skai.gr/master_story.php?id=84788

Σε γραπτή του δήλωση ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ σημειώνει ότι: “οι αγέρωχοι Ιρλανδοί έσωσαν την τιμή της Ευρώπης. Το βροντερό “όχι” τους ήταν η απάντηση στην επιχειρηθείσα απάτη από το Διευθυντήριο των Βρυξελλών.”
http://www.apn.gr/?p=2350

ο επικεφαλής της οργάνωσης Libertas Ντέκλαν Γκάνλεϊ που ηγήθηκε της εκστρατείας υπέρ του «όχι», δήλωσε ότι πρόκειται για «μια μεγάλη ημέρα κατά την οποία μπορεί κανείς να είναι υπερήφανος που είναι Ιρλανδός»

Μιλώντας στο δημόσιο ιρλανδικό ραδιοτηλεοπτικό δίκυτο RTE, η Μέριριντ ΜακΓκίνες, ευρωβουλευτής του αντιπολιτευόμενου κόμματος Φάιν Γκέιλ, που είχε κάνει εκστρατεία υπέρ του «ναι» εκτίμησε πως πως «τρία πράγματα προκάλεσαν την ήττα στο δημοψήφισμα: Το γεγονός ότι ο ταοϊσάχ (ο πρωθυπουργός Μπράιαν Κόουεν) δεν την είχε διαβάσει (τη συνθήκη), το γεγονός ότι ο Τσάρλι ΜακΚρίβι (επίτροπος της ΕΕ αρμόδιος για τον ανταγωνισμό) δεν την είχε διαβάσει και το γεγονός ότι οι γυναίκες φοβήθηκαν ότι τα παιδιά τους θα κληθούν να καταταγούν σ' έναν ευρωπαϊκό στρατό».

Σημείωσε ακόμη πως «πολλοί Ιρλανδοί είχαν παραπληροφορηθεί και σε σχέση με ηθικά ζητήματα».
http://www.naftemporiki.gr/news/static/08/06/13/1525818.htm

Έρευνα σχετικά με πληροφορίες του ιρλανδικού Τύπου που θέλουν την εκστρατεία του ιρλανδικού «Όχι» στη Μεταρρυθμιστική Συνθήκη να έχει χρηματοδοτηθεί από τη CIA και το Αμερικανικό Πεντάγωνο, ζήτησε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Χανς-Γκερτ Πέτερινγκ.

Το θέμα έφτασε στο Ευρωκοινοβούλιο με αφορμή παρέμβαση του συμπροέδρου των Πρασίνων Ντανιέλ Κον Μπεντίτ.

Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Χανς-Γκερτ Πέτερινγκ ζήτησε να υπάρξει πλήρη διαφάνεια για τον τρόπο χρηματοδότησης της οργάνωσης Libertas, που ηγήθηκε της εκστρατείας υπέρ του «Όχι» στην Ιρλανδία.

Σύμφωνα με τον κ. Πέτερινγκ, ενώ αρχικά ο πρόεδρος της οργάνωσης, Ντίκλαν Γκάνλεϊ, είχε δηλώσει ότι η εκστρατεία χρηματοδοτήθηκε από μικρές εισφορές, στην συνέχεια παραδέχθηκε ότι ο ίδιος έθεσε στην διάθεσή της το ποσό των 200.000 ευρώ.
http://www.in.gr/news/article.asp?lngEntityID=940580&lngDtrID=245

Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου 2008

Τα σπίτια μας είναι φτιαγμένα από χαρτόνι

Αναδημοσίευση από κείμενο Αφγανών προσφύγων στην Πάτρα. Να σχολιάσω μόνο ότι υποτίθεται πως το ελληνικό κράτος προστατεύει τους πρόσφυγες με σχετικό νόμο. Μόνο που πρώτα δίνουν στους πρόσφυγες να υπογράψουν ένα χαρτί στα -άγνωστα για αυτούς- ελληνικά. Τι λέει αυτό το χαρτί; Ότι ομολογούν παράνομη είσοδο στη χώρα, έτσι ώστε να υπόκεινται στους νόμους περί λαθρομετανάστευσης, και όχι περί προσφύγων. Αυτό δείχνει τη διάθεση με την οποία γίνονται δεκτοί αυτοί οι άνθρωποι.

Ίσως αυτό το κείμενο δε θα έχει καμία επιρροή στους Έλληνες, στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο, ίσως δεν έχει νόημα γι'αυτούς.

Γιατί είμαστε πρόσφυγες; Υποφέρουμε από 30 χρόνια πολέμων στο Αφγανιστάν. Αγανακτήσαμε απ'τον πόλεμο και τη βία. Γι'αυτό βρισκόμαστε στις πύλες της Ευρώπης αναζητώντας άσυλο.

Αν εμείς, οι οικογένειές μας, τα μικρά παιδιά μας, οι φίλοι μας δεν είχαμε υποστεί τη βία, τον πόλεμο και την τρομοκρατία (τις βόμβες και τις ρουκέτες) στη χώρα μας, δε θα είχαμε καταφύγει σαν πρόσφυγες σε καμία χώρα και δε θα ήταν αυτό το μοναδικό χαρακτηριστικό που βλέπουν όλοι σε εμάς, του πρόσφυγα.

Ζούμε σε παραπήγματα φτιαγμένα από χαρτόνι και πλαστικό, κάτω από τον ήλιο και την ανυπόφορη ζέστη, δεν έχουμε νερό και τροφή, ούτε ηλεκτρικό και τα βασικά αγαθά για τη ζωή. ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ. Θέλουμε να ζήσουμε τη ζωή μας όπως κάθε φυσιολογικός άνθρωπος αλλά η αστυνομία, το λιμενικό, κάποιοι Έλληνες που ζουν γύρω απ'τον καταυλισμό μάς αντιμετωπίζουν σαν να μην είμαστε ανθρώπινα πλάσματα.

Απ'τους ήχους των όπλων και των εκρήξεων, από τα κατεστραμμένα και καμμένα σπίτια έχουμε μαύρες αναμνήσεις. Όπου κι αν πήγαμε, αντί για τη βοήθεια που αναζητούσαμε βρήκαμε τιμωρία. Ζητήσαμε από την ελληνική κυβέρνηση και την ευρωπαϊκή ένωση, μια καλή μεταχείριση σχετικά με τη ζωή. Δεν είμαστε ευτυχισμένοι με τη ζωή και τα προβλήματα που έχουμε στην Πάτρα.

Δεν είμαστε εγκληματίες, μη μας κατηγορείτε και μη μας φέρεστε σαν εγκληματίες.

Δραπετεύσαμε από το Αφγανιστάν εξαιτίας του πολέμου, της βίας, της αδικίας και της ανασφάλειας. Διασχίζουμε χιλιάδες μίλια κάτω από αμέτρητους κινδύνους για να βρούμε καλύτερη ζωή, ελευθερία και δημοκρατία αλλά δε βρήκαμε τίποτα εδώ.

Πού είναι εκείνος ο Μεσσίας που μιλούσε για δικαιοσύνη, ελευθερία; Υπάρχει κανείς που να ακούει τη φωνή μας;

Είμαστε ήδη φυλακισμένοι στον καταυλισμό μας και ακόμα κι αυτόν θέλουνε να τον καταστρέψουν. Κάθε φορά που βλέπουμε τους τραυματισμένους αδερφούς μας, με σπασμένα χέρια, σπασμένα κεφάλια, σπασμένες καρδιές τότε κι η ψυχή σπάει, σκοτεινιάζει -ψυχορραγούμε.

Σεπτέμβρης 2008

ΑΦΓΑΝΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΠΑΤΡΑΣ

Σάββατο 28 Ιουνίου 2008

Συζήτηση μεταξύ του Sergio Benvenuto και του Κορνήλιου Καστοριάδη

Η συζήτηση έγινε στο Παρίσι τον Μάιο του 1994. Κινηματογραφήθηκε από την Ιταλική τηλεόραση για την Multi-Media Encyclopaedia of Philosophical Sciences της RAI - Radiotelevisione Italiana. Δημοσιεύτηκε επίσης στο Journal of European Psychoanalysis, τεύχος 6, χειμώνας 1998. Μετάφραση δική μου [1].

Benvenuto: Είστε ένας φιλόσοφος της πολιτικής, αλλά επίσης εργάζεστε ως ψυχαναλυτής. Επηρεάζει το επάγγελμα της ανάλυσης τις φιλοσοφικές σας ιδέες;

Καστοριάδης: Υπάρχει ισχυρός δεσμός μεταξύ της αντίληψής μου για την ψυχανάλυση και εκείνης για την πολιτική. Ο στόχος και των δύο είναι η ανθρώπινη αυτονομία, αν και μέσω διαφορετικών διαδικασιών. Η πολιτική σκοπεύει στην ελευθερία του ανθρώπινου όντος, κάνοντας δυνατή την πορεία προς την αυτονομία του μέσω της συλλογικής δράσης. Η κυρίαρχη αντίληψη κατά τη διάρκεια του 18ου και του 19ου αιώνα (συμπεριλαμβανομένου του Μαρξ), σύμφωνα με την οποία το αντικείμενο της πολιτικής είναι η ευτυχία, είναι μια αντίληψη λανθασμένη, ακόμα και καταστροφική. Το αντικείμενο της πολιτικής είναι η ελευθερία. Και η πολιτική είναι συλλογική—συνειδητή και κατόπιν σκέψης—δράση, η οποία στοχεύει στη μετατροπή θεσμών σε θεσμούς ελευθερίας και αυτονομίας.

Β: Η Αμερικάνικη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας δεν ισχυρίζεται ότι ο σκοπός της πολιτείας/κράτους είναι η ευτυχία, αλλά βεβαιώνει ότι οποιοσδήποτε έχει την ελευθερία να αναζητήσει την ευτυχία. Η ατομική αναζήτηση της ευτυχίας σταδιακά ταυτίστηκε στην Αμερική με κριτήρια 'επίλυσης προβλημάτων'. Ωστόσο, η αναζήτηση της ευτυχίας για τον καθένα δεν σημαίνει επίσης την αυτονομία του καθενός; Η ιδέα ότι η κοινωνία πρέπει να επιτρέπει στον καθένα την αναζήτηση της δικής του ευτυχίας υποθέτει μια, μέχρι ενός σημείου, φιλελεύθερη αντίληψη περί αυτονομίας. Εννοείτε την 'αυτονομία' με τον Αμερικάνικο τρόπο;

Κ: Όχι, όχι με την Αμερικάνικη έννοια. Η Αμερικανική Διακήρυξη λέει, "Πιστεύουμε ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν δημιουργηθεί ελεύθεροι και ίσοι για την αναζήτηση της ευτυχίας" [2]. Αλλά δεν πιστεύω ότι ο Θεός δημιούργησε όλους τους ανθρώπους ελεύθερους και ίσους. Πρώτον, ο Θεός δεν δημιούργησε τίποτα γιατί απλά δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα (Θεός). Δεύτερον, από τότε που υπήρξαν οι άνθρωποι, πρακτικά ποτέ δεν ήταν ελεύθεροι και ίσοι. Επομένως, είναι απαραίτητο να δράσουν για να γίνουν ελεύθεροι και ίσοι. Και μόλις γίνουν ελεύθεροι και ίσοι, θα υπάρξουν αναμφισβήτητα ζητήματα σχετικά με το Κοινό Καλό, και αυτό είναι αντίθετο με την φιλελεύθερη αντίληψη σύμφωνα με την οποία ο καθένας και όλοι πρέπει να αναζητήσουν την ατομική τους ευτυχία που θα σήμαινε, αυτομάτως, το μέγιστο της ευτυχίας για όλους. Υπάρχουν δημόσιες υπηρεσίες που δεν στρέφονται αποκλειστικά στη σφαίρα της ατομικής ευτυχίας και που είναι αντικείμενο πολιτικής δράσης—για παράδειγμα, μουσεία, ή δρόμοι—και παρομοίως είναι στη σφαίρα της ατομικής μου αυτονομίας η αυτονομία των άλλων.

Ωστόσο, αν η κοινωνία παρεμβληθεί στην ευτυχία μου, το αποτέλεσμα είναι ολοκληρωτισμός. Σ'αυτήν την περίπτωση η κοινωνία θα μου πει: "είναι η γνώμη της πλειοψηφίας ότι δεν θα 'πρεπε να αγοράζεις δίσκους του Μπαχ, αλλά της Μαντόνα. Αυτή είναι η βούληση της πλειοψηφίας, για την ευτυχία σου!". Πιστεύω ότι την ευτυχία μπορεί και πρέπει να την αναζητά το κάθε άτομο μόνο του. Εξαρτάται από το κάθε άτομο να ξέρει ή να μην ξέρει τι αποτελεί την ευτυχία του. Σε άλλες στιγμές θα την βρει εδώ, σε άλλες στιγμές θα την βρει αλλού.

Η ίδια η έννοια της ευτυχίας είναι ιδιαίτερα περίπλοκη, ψυχολογικά και φιλοσοφικά. Ωστόσο, το αντικείμενο της πολιτικής είναι η ελευθερία και η αυτονομία, και αυτό θα γίνει δυνατό μόνο μέσα σε ένα θεσμίζον, συλλογικό πλαίσιο, που επιτρέπει την ελευθερία και την αυτονομία. Το αντικείμενο της ψυχανάλυσης είναι το ίδιο. Και αυτή είναι η απάντηση στο ερώτημα περί τέλους της ψυχανάλυσης (στο οποίο ο Φρόιντ επέστρεφε συχνά), και με τις δύο σημασίες της λέξης τέλος (σκοπός/τερματισμός): ο τερματισμός της ανάλυσης χρονικά και του αντικειμένου της. Είναι στόχος της ανάλυσης το άτομο να γίνει όσο περισσότερο αυτόνομο γίνεται. Αυτό δεν σημαίνει αυτονομία με την Καντιανή έννοια, δηλαδή συμβατότητα με ηθικές συνταγές, καθορισμένες με τον ίδιο τρόπο μια για πάντα. Το πραγματικά αυτόνομο άτομο είναι εκείνο που έχει μετασχηματίσει τη σχέση με το ασυνείδητό του σε τέτοιο βαθμό που μπορεί—στο μέτρο που αυτό είναι δυνατό στον ανθρώπινο κόσμο—να ξέρει τις επιθυμίες του και ταυτόχρονα επιτυγχάνει να ελέγχει τις πράξεις που απορρέουν από αυτές τις επιθυμίες. Να είμαι αυτόνομος δεν σημαίνει, για παράδειγμα, ότι είμαι ηθικός επειδή δεν επιθυμώ τη γυναίκα του γείτονα. Δεν έχω τιθασεύσει αυτή την επιθυμία για τη γυναίκα του γείτονα, εκτός αυτού όλοι μας ξεκινήσαμε τη ζωή μας επιθυμώντας τη γυναίκα κάποιου άλλου, αφού όλοι επιθυμούσαμε την μητέρα μας. Αν κάποιος δεν ξεκίνησε έτσι τη ζωή του, δεν είναι άνθρωπος αλλά τέρας. Ωστόσο είναι τελείως διαφορετικό να γίνει αυτή η επιθυμία πράξη. Άτομα πενήντα ή εξήντα χρονών μπορεί να βλέπουν ακόμα αιμομεικτικά όνειρα, που σημαίνει ότι η επιθυμία παραμένει. Ένα άτομο που τουλάχιστον μια φορά το χρόνο δεν έχει ευχηθεί το θάνατο κάποιου που τον αδίκησε έχει σοβαρό πρόβλημα. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει απαραίτητα να διαπράξει φόνο, αλλά είναι αναγκαίο να καταλάβει ότι "εκείνη τη στιγμή ήμουν τόσο οργισμένος με αυτό το άτομο, ώστε αν μπορούσα να τον εξαφανίσω από το πρόσωπο της γης, θα το έκανα. Αλλά από την άλλη, δεν θα το έκανα, ακόμα κι αν μπορούσα". Αυτό, εγώ το λέω αυτονομία.

Β: Μιλάτε για αυτονομία. Άλλοι αναλυτές που, όπως εσείς, τείνουν προς την Αριστερά προτιμούν να μιλούν για τη ψυχανάλυση ως εργαλείο χειραφέτησης. Είναι το ίδιο πράγμα;

Κ: Είναι, όμως η αυτονομία είναι πιο ακριβής. Η ψυχανάλυση δεν μπορεί να είναι εργαλείο κοινωνικής χειραφέτησης, δεν μπορεί να μας ελευθερώσει από μια κοινωνία που κυριαρχεί το χρήμα ή από την τεράστια εξουσία του κράτους. Η ψυχανάλυση δεν έχει την ικανότητα να κάνει τους ασθενείς επαναστάτες, αλλά μπορεί να τους βοηθήσει να ξεπεράσουν τις αναστολές τους, να γίνουν πιο διαυγείς, πιο ενεργοί πολίτες.

Ωστόσο, το πρόβλημα της ψυχανάλυσης είναι η σχέση του ασθενή με τον εαυτό του. Υπάρχει η περιβόητη φράση του Φρόιντ στο Νέα Σειρά Παραδόσεων για την Ψυχανάλυση (Επίκουρος, 1977, New Lectures on Psychoanalysis): "Wo es war, soll ich werden", "όπου είναι αυτό, εγώ πρέπει να γίνω", δηλαδή, αντικατάσταση του Αυτό (ή Id) από το Εγώ. Αυτή η φράση είναι περισσότερο από διφορούμενη, αν και η αμφισημία της αναιρείται από τη συνέχεια της παραγράφου: είναι μια προσπάθεια αποξήρανσης, παρόμοια με την προσπάθεια των Ολλανδών να αποξηράνουν τη θάλασσα του Zuyderzee. Η πρόθεση της ψυχανάλυσης δεν είναι να αποξηράνει το ασυνείδητο—αυτό θα ήταν ένα παράξενο, όσο και ανέφικτο, εγχείρημα. Η πρόθεσή της είναι να προσπαθήσει να μετασχηματίσει τη σχέση του στιγμιότυπου του Εγώ, του υποκειμένου περισσότερο ή λιγότερο συνειδητού και ανακλαστικού, με τις ορμές του, με το υποσυνείδητό του. Ο ορισμός της αυτονομίας στο πεδίο του ατομικού είναι: να ξέρεις τις επιθυμίες σου, τι θα ήθελες πραγματικά να κάνεις και γιατί, και να ξέρεις τι ξέρεις και τι όχι.

Β: Σήμερα κυριαρχεί ένα είδος επίσημης ιδεολογίας της αυτονομίας. Αρκεί να δει κανείς, για παράδειγμα, τις διαφημίσεις για να καταλάβει ότι υπάρχει η ιδεολογική πώληση ενός παγανιστικού ύμνου στην ευτυχία την οποία αναζητούν αυτόνομοι άντρες και γυναίκες. Δεν είναι το ιδανικό σας για την αυτονομία κοντά στις σημερινές κυρίαρχες ιδέες; Γράψατε ότι ο Μαρξ ήταν αντικαπιταλιστής, αλλά στην πραγματικότητα μοιραζόταν τις ίδιες προκαταλήψεις και προϋποθέσεις με την καπιταλιστική κοινωνία. Θα μπορούσε κανείς να σας προσάψει το ίδιο, επειδή προτείνετε σαν εναλλακτική μια ιδέα που σήμερα είναι ήδη κυρίαρχη, ακόμα και μπανάλ.

Κ: Υπάρχει ολοφάνερα, ως μέρος της σημερινής κοινωνίας, μια εξαιρετικά μεγάλη δύναμη αφομοίωσης και ενσωμάτωσης (από τις κυρίαρχες ιδέες). Ωστόσο, ξεκίνησα να μιλάω για δημιουργία, το φαντασιακό και την αυτονομία περίπου πριν από τριάντα χρόνια. Εκείνη την εποχή, μόνο διαφημιστικό σλόγκαν δεν ήταν. Σταδιακά, οι διαφημιστές οικειοποιήθηκαν αυτές τις λέξεις μου επειδή έγιναν οι ιδέες του Μάη του '68. Ωστόσο, η απομυθοποίηση αυτών των διαφημιστών γίνεται προφανής όταν μιλούν για δημιουργικότητα. "Αν θες πραγματικά να είσαι δημιουργικός, δούλεψε στην ΙΒΜ"—αυτό είναι ένα σλόγκαν για να προσελκύσουν δημόσια προσοχή. Στην ΙΒΜ, όμως, δεν είσαι περισσότερο ή λιγότερο δημιουργικός από ότι είσαι αλλού. Η δημιουργικότητα για την οποία μιλάω απαιτεί την απελευθέρωση των ανθρώπινων όντων, που είναι τελείως διαφορετικό πράγμα. Στη Γαλλία, δεν μιλούν τόσο για αυτονομία όσο για ατομικότητα. Τώρα, η ατομικότητα όπως αναφέρεται στα ΜΜΕ, στην επίσημη ιδεολογία, ή στην πολιτική δεν έχει καμμία σχέση με αυτό που ονομάζω αυτονομία του ατόμου. Στην πρώτη περίπτωση η ατομικότητα είναι: "κάνω ό,τι θέλω", ενώ η αυτονομία είναι: "κάνω ό,τι πιστεύω πως είναι σωστό, μετά από σκέψη—δεν στερούμαι από αυτά που θέλω, αλλά ούτε κάνω κάτι μόνο επειδή με ευχαριστεί". Σε μια κοινωνία που κάνει ο καθένας ό,τι θέλει, θα υπάρχουν βιασμοί και φόνοι. Εξάλλου, αυτή η δημόσια εικόνα και ιδεολογία είναι παραπλανητικές, επειδή ο υποτιθέμενος ατομικισμός, ο ναρκισσισμός με τον οποίο μας πλημμυρίζουν, είναι ένας ψευδο-ατομικισμός. Η σημερινή μορφή ατομικότητας είναι ότι στις 8:30, κάθε απόγευμα σε κάθε γαλλικό νοικοκυριό τα ίδια κουμπιά πατιούνται για να λάβουν τα ίδια τηλεοπτικά προγράμματα, που προβάλλουν τα ίδια σκουπίδια. Σαράντα εκατομμύρια άτομα, σαν να ακολουθούν στρατιωτικές εντολές, κάνουν το ίδιο πράγμα, και αυτό αποκαλείται ατομικότητα! Λέγοντας "άτομο" εννοώ κάποιον που προσπαθεί να γίνει αυτόνομος, που έχει συνείδηση του γεγονότος ότι, ως ανθρώπινο ον, είναι απολύτως μοναδικός και προσπαθεί ανακλαστικά να αναπτύξει τη μοναδικότητά του. Συνεπώς, δεν υπάρχει καμμία σχέση ανάμεσα στην ιδεολογία των ΜΜΕ και σε αυτό που είπα.

Β: Απ' ό,τι φαίνεται, η ιδέα σας για τον σκοπό (το τέλος) της ψυχανάλυσης είναι αντίθετη από αυτήν που προτείνει ο Λακάν. Ο οποίος κριτίκαρε έντονα την ιδέα ότι ο σκοπός ήταν να δημιουργηθεί ένα αυτόνομο εγώ, καλώντας αυτήν τη θεωρία "Αμερικάνικη ιδεολογία". Θεωρείτε την κριτική του Λακάν δίκαια;

Κ: Εν μέρει, μόνο. Επειδή σε αυτήν υπήρχαν δύο δυνατές—ίσως και πραγματικές—αποκλίσεις. Η πρώτη ήταν η απόλυτη υπερεκτίμηση του Εγώ και της συνείδησης. Η φράση του Φρόιντ, "όπου ήταν Αυτό, Εγώ πρέπει να γίνω", θα έπρεπε να συμπληρωθεί από το συμμετρικό: "όπου είμαι Εγώ, Αυτό πρέπει να μπορεί να εμφανιστεί". Πρέπει να πετύχουμε να κάνουμε τις επιθυμίες μας να μιλούν. Να τις αφήνουμε να περνούν στην πραγματικότητα, να τις επιτρέπουμε να μετατραπούν σε πράξεις, είναι προφανώς άλλο πράγμα. Επομένως, είναι απαραίτητο να αφήνουμε τις ορμές να αναδύονται—είναι απαραίτητο να ξέρουμε ακόμα και τις πιο περίεργες, τερατώδεις και άθλιες ορμές που θα μπορούσαν να εμφανιστούν στην καθημερινή, συνειδητή μας ζωή. Από την άλλη πλευρά, το αυτόνομο Εγώ που ανέφεραν ορισμένοι Αμερικάνοι ήταν στην πραγματικότητα το κοινωνικά κατασκευασμένο άτομο: το Εγώ κατασκευαζόταν από την κοινωνία—δηλαδή, ένα άτομο ήξερε ότι έπρεπε να δουλέψει για να ζήσει και ότι αν αντιδρούσε στο αφεντικό του ήταν επειδή δεν είχε λύσει το Οιδιπόδειο σύμπλεγμά του. Υπήρχαν ερωτηματολόγια ευρέσεως εργασίας σε Αμερικάνικες εταιρείες στις οποίες, αν ο υποψήφιος στην ερώτηση "όταν ήσουν παιδί αγαπούσες περισσότερο τη μητέρα ή τον πατέρα σου;" απαντούσε "τη μητέρα μου", έπαιρνε κακή βαθμολογία. Επειδή, φυσικά, αν αντιδρούσε στον πατέρα του, ήταν πιθανός μπελάς για την εταιρεία. Αυτή είναι μια ιδεολογική εκμετάλλευση της ψυχανάλυσης με σκοπό την ενσωμάτωση. Το 1940, όταν υπήρχαν 15 εκατομμύρια άνεργοι στις ΗΠΑ, εμφανίστηκε ένα άρθρο στο International Journal for Psychoanalysis από Αμερικανούς ψυχαναλυτές ερμηνεύοντας τις ψυχαναλυτικές ρίζες τις ανεργίας: κάποιος είναι άνεργος λόγω μιας υποσυνείδητης επιθυμίας να είναι άνεργος. Αυτό αποτελεί παρέκκλιση, εκτός από ηλιθιότητα, αφού η ανεργία είναι ένα φαινόμενο ολοφάνερα σχετισμένο με την οικονομία.

Ωστόσο, η κριτική του Λακάν σε αυτή την τάση ήταν κάπως κακόπιστη. Πρώτον επειδή διάλεξε έναν εύκολο στόχο, δεύτερον επειδή ήθελε να προτείνει μια ιδεολογία της επιθυμίας. Τώρα, αυτή η ιδεολογία της επιθυμίας του Λακάν είναι τερατώδης, επειδή η επιθυμία είναι φόνος, αιμομειξία, βιασμός. Για τον Λακάν, υπάρχει ο Νόμος, αλλά αυτός ο Νόμος—αφού αδυνατεί να τον εντάξει σε κοινωνικο-ιστορικό πλαίσιο—ίσως είναι οποιοσδήποτε νόμος. Υπήρχε νόμος στο Άουσβιτς, υπήρχε νόμος στα Γκουλάγκ, και υπάρχει νόμος σήμερα στο Ιράν.

Β: Μα ο Λακάν μίλησε για συμβολικό νόμο, φτιαγμένο από τη γλώσσα, και με μια καθολική δομή. Δεν είναι θέμα απλά κάποιου νόμου που επιβάλει κάποιο καθεστώς.

Κ: Φυσικά, με τη γλώσσα μπορούμε να λέμε ό,τι θέλουμε. Αλλά τι ακριβώς εννοεί όταν λέει συμβολικός νόμος; Η λέξη "συμβολικός" για τον Λακάν είναι πασπαρτού, μια λέξη που συγκαλύπτει το γεγονός ότι μιλάμε για τη θέσμιση και το θεσμό. Ωστόσο, λέγοντας ότι είναι συμβολική, θέλει να επενδύσει τη θέσμιση και το θεσμό με μια ψευδο-υπερβατική διάσταση, όπως θα έλεγε ο Καντ. Αλλά το συμβολικό είναι ένα μάλλον διαφορετικό πράγμα. Η γλώσσα ανήκει στο συμβολικό, με την έννοια ότι όλα τα σημεία είναι σύμβολα αναφοράς, ή ότι υπάρχουν σύμβολα μιας άλλης τάξης. Αλλά πρέπει να βάλουμε ένα τέλος στον Λακανικό μυστικισμό του συμβολικού. Δεν υπάρχει "συμβολικό" ως ξεχωριστό πεδίο -υπάρχει συμβολικό ως μέρος και λειτουργία του φαντασιακού. Αλλιώς, υπάρχουν θεσμοί, και υπάρχει το ερώτημα για την εγκυρότητα αυτών των θεσμών. Ωστόσο, το ερώτημα δεν είναι συμβολικό. Είναι ο θεσμός έγκυρος δικαίω; Θα είναι πάντα έγκυρος de facto, όσο είναι εγκεκριμένος. Αλλά ήταν έγκυρος de facto στο Άουσβιτς και έτσι είναι και στο Ιράν σήμερα. Είναι έγκυρος δικαίω; Λοιπόν, δεν υπάρχει τίποτα στη σκέψη του Λακάν που να μας οδηγήσει σε μια διάκριση ανάμεσα στο νόμο του Άουσβιτς και το νόμο της αρχαίας Αθήνας, ή τους σημερινούς νόμους στις ΗΠΑ. Εξού και η περιβόητη φράση του Λακάν σχετικά με το ότι ο κυρίαρχος δεν παραιτείται από καμμία των επιθυμιών του. Λοιπόν, ο κυρίαρχος είναι που ξέρει τις επιθυμίες του, και αν οι επιθυμίες του είναι σαν του Λακάν—όπως το να μετατρέψει τους οπαδούς του σε σκλάβους—τότε πραγματοποιούνται. Αλλά αυτό βασικά αντιτίθεται στο αντικείμενο της ψυχανάλυσης, το οποίο δεν είναι να πραγματοποιηθεί η επιθυμία του κυρίαρχου, ή όλων—ειδικά αν κάποιος έχει επίγνωση του τι σημαίνει επιθυμία στη ψυχανάλυση—επειδή αυτό θα ήταν ασυμβατό με την πραγματική, κοινωνική ζωή. Και δεν εννοώ εδώ την πραγματική Αμερικάνικη κοινωνία, αλλά επίσης την ιδανικότερη νοητή κοινωνία. Έτσι, ο Λακάν επιστρέφει στις πλέον ουτοπικές όψεις της ιδεολογίας του νεαρού Μαρξ και των Αναρχικών, αν και θα γελούσε σαρκαστικά σκεπτόμενος αυτές τις ιδεολογίες. Ο νεαρός Μαρξ και οι Αναρχικοί συνέλαβαν την ιδέα μιας κοινωνίας στην οποία δεν θα υπήρχαν ούτε νόμοι ούτε θεσμοί.

Β: Η μομφή κατά του Λακάν ως αναρχικού με εκπλήσσει. Οι αριστεροί κριτικοί του τον κατηγορούσαν ως καταπιεστή, λόγω της επιμονής του στο Νόμο και τον ευνουχισμό. Για τον Λακάν να μένεις πιστός στις επιθυμίες σου σημαίνει ευνουχισμό, όπως όταν αρνείσαι να μετατρέψεις σε δράση τις φαντασιώσεις σου.

Κ: Δεν είναι έτσι, επειδή η υπόθεση του ευνουχισμού στον Λακάν είναι εξαιρετικά ασαφής. Είναι η άρνηση της επιθυμίας για τη μητέρα, αλλά αυτή είναι μια συνθήκη για τη συνειδητοποίηση της επιθυμίας. Για τον Λακάν, υπάρχει νεύρωση επειδή το άτομο δεν έχει επιτύχει να υποθέσει τον ευνουχισμό του, και αν το υποθέσει, τότε η επιθυμία απελευθερώνεται, με την εξαίρεση ότι προφανώς δεν στρέφεται προς τη μητέρα αλλά σε άλλες γυναίκες.

Β: Αλλά για τον Λακάν, να υποθέτεις την επιθυμία σου δεν σημαίνει να απολαμβάνεις αυτό που απαιτείς στην πραγματικότητα. Κάνει μια διάκριση ανάμεσα στην επιθυμία, την απαίτηση και την ευχαρίστηση που συμβαίνει στην πραγματικότητα.

Κ: Όλα αυτά είναι πολύ ασαφή. Ο Λακάν είναι, θεωρητικά, όλα αυτά που είναι πιο μπανάλ, πιο ύποπτα, όμοια με τους Παρισινούς μοδάτους που εμφανίζονται και εξαφανίζονται μετά από πέντε, δέκα, είκοσι χρόνια. Αλλά ερχόμενοι πάλι στην ιστορία της ψυχανάλυσης, το κύριο πρόβλημα του ανθρώπινου όντος είναι να επιτύχει στην δημιουργία μιας σχέσης με το ασυνείδητο που δεν είναι απλά μια καταπίεση του ασυνείδητου, ή μια καταστολή του σύμφωνη με δοσμένες κοινωνικές επιταγές και, συγκεκριμένα, σύμφωνη με την κοινωνική ετερονομία. Εδώ έχουμε για ακόμα μια φορά ένα σημείο που συναντώνται η ψυχανάλυση με την πολιτική. Μέχρι ποιο βαθμό μπορώ να λέω τον κοινωνικό νόμο επίσης δικό μου νόμο και όχι κάποιον νόμο που μου επιβλήθηκε ετερόνομα; Είναι δικός μου νόμος μόνο αν έχω υπάρξει με συνέπεια ενεργός στη διαμόρφωσή του. Μόνο υπό αυτές τις συνθήκες μπορώ να είμαι αληθινά αυτόνομος, δοθέντος του γεγονότος ότι υποχρεούμαι να ζήσω σε μια κοινωνία που έχει νόμους. Επομένως, έχουμε ένα δεύτερο σημείο σύζευξης μεταξύ του νοήματος της αυτονομίας στη ψυχανάλυση και του νοήματος της αυτονομίας στην πολιτική.

Β: Η αριστερά συχνά κριτικάρει τη ψυχανάλυση ως πρακτική της κοινωνίας των αστών, επειδή ουσιαστικά βασίζεται σε μια ιδιωτική "συμφωνία". Επιπροσθέτως, κατά τις δεκαετίες του 60 και του 70, τμήμα της αριστεράς πρότεινε την αντικατάσταση της ψυχανάλυσης από μια κοινωνική αντιμετώπιση προσωπικών προβλημάτων, ανάγοντας τις ψυχοπαθολογικές καταστάσεις στην κοινωνική αλλοτρίωση. Ποια η γνώμη σας για αυτήν την αριστερή, Μαρξιστική κριτική της ψυχαναλυτικής ηθικής;

Κ: Αυτή ήταν μια ριζοσπαστική υπερβολή της αριστεράς του 60 και του 70, που βασίστηκε σε συγκεκριμένες πλευρές της καθιερωμένης ψυχανάλυσης. Κάθε ψυχαναλυτική διαδικασία απαραίτητα συμπεριλαμβάνει δύο πρόσωπα: έναν αναλυόμενο και έναν αναλυτή. Δεν μπορεί να υπάρχει μεταφορά και μια επεξεργασία της μεταφοράς έξω από αυτήν τη σχέση μεταξύ αναλυόμενου και αναλυτή. Υπάρχει, ωστόσο, μια πλευρά πολύ δύσκολα επιλύσιμη και στην οποία κανείς μέχρι τώρα δεν έχει προσφέρει λύση: η οικονομική πλευρά. Από τη μια πλευρά, ο ψυχαναλυτής πρέπει να βγάζει τα προς το ζειν. Από την άλλη, όπως δείχνει η εμπειρία, ακόμα και για τον αναλυόμενο μια απλήρωτη ανάλυση δεν είναι παραδεκτή (επειδή αισθάνεται το χρέος προς τον αναλυτή τεράστιο), και θα γίνει αναπόφευκτα αναποτελεσματική αφού ο αναλυόμενος μπορεί να φλυαρεί ατελείωτα, επειδή ο χρόνος της συνεδρίας δεν του κοστίζει. Σε κάθε περίπτωση υπάρχει ένα πρόβλημα: η τεράστια ανισότητα της κατανομής του πλούτου στη σημερινή κοινωνία κάνει τη ψυχανάλυση απρόσιτη για τους περισσότερους που τους χρειάζεται, εκτός αν τους παρέχεται από το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Αυτό θα μπορούσε να επιλυθεί αποτελεσματικά μόνο στο πλαίσιο μιας γενικής κοινωνικής μετατροπής.

Β: Τότε ποιες είναι οι πρακτικές, πολιτικές σας προτάσεις απέναντι στην κλασσική κριτική κατά των αναλυτών: ότι ασχολούνται μόνο με τεμπέληδες πλούσιους, και ότι συνήθως ασχολούνται με υπερβολικά λίγες περιπτώσεις σε σχέση με τον μέσο πληθυσμό;

Κ: Αυτό δεν είναι απαραίτητα αληθές. Από τις δεκάδες περιπτώσεις με τις οποίες έχω ασχοληθεί μέχρι τώρα, πρακτικά κανείς δεν ήταν πλούσιος. Μερικοί έχουν κάνει τεράστιες θυσίες για να κάνουν ανάλυση. Προσαρμόζω την αμοιβή μου στις οικονομικές δυνατότητες του αναλυόμενου. Υπάρχουν επίσης εκείνοι που δεν μπορούν να πληρώσουν. Αλλά πρακτικά κανείς δεν έχει έρθει σε μένα για ανάλυση για να μπορεί να λέει σε στυλάτα εορταστικά δείπνα "πάω σε αναλυτή".

Το οικονομικό ερώτημα είναι ωστόσο πραγματικό πρόβλημα, και θα ήταν καλή μια προσπάθεια να αποβληθεί αυτή η τεράστια ανισότητα του εισοδήματος στη σημερινή κοινωνία. Ωστόσο, από θεωρητική σκοπιά, δεν μπορούμε να παραμείνουμε κλεισμένοι στη Φροϊδική θεωρία όπως ήταν διαμορφωμένη αρχικά. Ο Φρόιντ ήταν ασύγκριτα ευφυής, και σε αυτόν οφείλεται ένας πλούτος ιδεών. Αλλά υπάρχει ένα τυφλό σημείο στον Φρόιντ: η φαντασία.

Υπάρχει ένα σημαντικό παράδοξο στις δουλειές του Φρόιντ, στο ότι όσα απαριθμεί είναι σχηματισμοί φαντασιών, σχηματισμοί της ριζικής φαντασίας του υποκειμένου. Ωστόσο ο Φρόιντ, που διαμορφώθηκε στο πνεύμα του Θετικισμού του 19ου αι., ως φοιτητής του Brücke στη Βιέννη, ούτε βλέπει, ούτε θέλει να δει, αυτούς τους σχηματισμούς. Για αυτόν το λόγο, αρχικά, για κάποιο διάστημα πίστευε ότι οι σκηνές παιδικής αποπλάνησης που του περιέγραφαν οι υστερικοί ασθενείς του ήταν πραγματικές. Πίστευε ότι το υποκείμενο ήταν άρρωστο επειδή κάτι είχε προκαλέσει τραύμα.

Β: Για τα τελευταία πάνω-κάτω δέκα χρόνια, υπάρχει στις ΗΠΑ η τάση για επιστροφή στην αρχική πεποίθηση του Φρόιντ περί πραγματικής αποπλάνησης εκ μέρους των ενηλίκων.

Κ: Αυτές είναι πολιτικές ηλιθιότητες κατασκευασμένες από τους πολιτικά ορθούς μοδάτους. Ο ασθενής, όταν λέει ότι η μητέρα του, ο πατέρας του, η νοσοκόμα ή ο γείτονας τον αποπλάνησε όταν ήταν παιδί, έχει πάντα αναγκαστικά δίκιο. Αλλά δεν είναι αυτό το πρόβλημα, επειδή η βασική απάντηση είναι ότι για κάθε τραυματικό συμβάν, το συμβάν είναι πραγματικό ως γεγονός, αλλά φαντασιακό ως τραυματικό. Δεν μπορεί να υπάρξει τραύμα αν η φαντασία του υποκειμένου δεν δώσει ένα συγκεκριμένο νόημα σ' αυτό που έγινε, και το νόημα αυτό δεν είναι πολιτικά ορθό αλλά είναι το νόημα δοσμένο από τις φαντασίες του υποκειμένου και από της ριζικής του φαντασίας. Λοιπόν, ο Φρόιντ δεν θέλει να αναγνωρίσει αυτή τη βασική ιδέα. Στις μέρες μας, στις ΗΠΑ, γίνεται προσπάθεια να ταξιδεύσουμε πίσω στο χρόνο. Είναι συγκινητικό και αστείο αυτό που βλέπουμε κατά τη διάρκεια της ανάλυσης του Ανθρώπου-Λύκου, τον Φρόιντ για καιρό να πιστεύει στην πραγματικότητα της πρωταρχικής σκηνής που του περιγράφει ο Άνθρωπος-Λύκος—δηλαδή, το γεγονός ότι είδε τους γονείς του να το κάνουν από πίσω—και δεν είναι παρά μόνο στο τέλος της ανάλυσης που είπε—σε υποσημείωση—ότι ίσως, σε τελική ανάλυση, η πρωταρχική σκηνή να ήταν μόνο στη φαντασία του ασθενή. Ωστόσο, αυτό έχει μικρή σημασία. Ο Φρόιντ δεν υπολόγισε τον πόλο της φαντασίας σε αυτό που έλεγε φαντασματοποίηση. Προσπάθησε να αποδόσει σε φυλογενετικές ρίζες αυτές τις φαντασιώσεις, και προσπάθησε να τις βρει στον αρχικό μύθο του Τοτέμ και Ταμπού, γεγονός παράλογο.

Για να εξηγήσει την προέλευση της κοινωνίας, ο Φρόιντ κατασκεύασε έναν μύθο. Αρχικά, έθεσε το πρόβλημα της προέλευσης της κοινωνίας ως απλά αρνητικό—δηλαδή, ως πρόβλημα της προέλευσης των δύο βασικών απαγορεύσεων: της αιμομειξίας και του ενδοφυλετικού φόνου. Όχι του φόνου ως αρχή, επειδή πουθενά ο φόνος δεν απαγορεύεται ως αρχή—αν σκοτώσεις τους εχθρούς της Ιταλίας ή της Γαλλίας, έχεις κάνει καλά και παρασημοφορείσαι—αλλά δεν πρέπει να σκοτώσεις στο εσωτερικό. Επιτρέπεται να σκοτώσεις στο εσωτερικό μόνο αν είσαι δήμιος στις φυλακές, ή αστυνομικός σε υπηρεσία. Ο Φρόιντ δεν είδε ότι το πρόβλημα της προέλευσης της κοινωνίας δεν είναι αποκλειστικά το πρόβλημα της δημιουργίας δύο απαγορεύσεων. Είναι το πρόβλημα δημιουργίας θετικών θεσμών: η δημιουργία της γλώσσας, κανόνες συμπεριφοράς, θρησκείες, νοήματα, κ.λπ. Ο μύθος του Φρόιντ εξηγεί τη δημιουργία των δύο κύριων απαγορεύσεων κατά τη διάρκεια της ιστορίας της πρωτόγονης ορδής, όπου ο πατέρας είχε όλες τις γυναίκες και ευνούχιζε ή έδιωχνε τους γιους του για να συνεχίσει να κυριαρχεί στο χαρέμι του. Μια μέρα, τα αδέρφια σκότωσαν τον πατέρα και μοιράστηκαν τις γυναίκες της φυλής. Μετά, τα αδέρφια σύναψαν συμφωνία να μην επιχειρήσει κανείς να πάρει τη γυναίκα άλλου ή να κάνει φόνο. Και έτσι αναγόρευσαν τον πατέρα τους σε ζώο τοτέμ της φυλής. Και κάθε χρόνο ετοίμαζαν ένα θυσιαστήριο γεύμα, όπου θυσιαζόταν και τρωγόταν ένα ζώο, επαναλαμβάνοντας έτσι συμβολικά—με την πραγματική έννοια του όρου—τον φόνο του πατέρα. Από ανθρωπολογική σκοπιά, ο μύθος δεν στέκει, αν και είναι ένα πολύ σημαντικό μυθικό κατασκεύασμα, όχι μόνο λόγω του τρόπου που σκέφτονταν την εποχή του Φρόιντ, αλλά επίσης και από ψυχαναλυτική σκοπιά, επειδή στην πραγματικότητα πρόκειται για Οιδιπόδειο σύμπλεγμα—η τάση για τον φόνο του πατέρα και ο περιορισμός των αδερφών/αντιπάλων. Αλλά αυτό ήταν ήδη γνωστό στη ψυχανάλυση χωρίς το μύθο του Τοτέμ και Ταμπού. Ο μύθος αναπαριστά κάτι που θα έπρεπε να εξηγεί, επειδή αναπαριστά την ικανότητα των αδερφών για κοινωνικοποίηση τη μέρα που ένωσαν τις δυνάμεις τους για τον φόνο του πατέρα τους. Αυτό είναι ήδη μια κοινωνική πράξη, που προϋποθέτει την ύπαρξη της γλώσσας. Επομένως, για να εξηγήσει την προέλευση της κοινωνίας, ο Φρόιντ προϋποθέτει ότι η κοινωνία είναι ήδη εκεί, δηλαδή, οι αδερφοί μπορούν να συζητήσουν, να συνωμοτήσουν και να κρατήσουν το μυστικό. Δεν έχουμε δει ποτέ ζώα να συνωμοτούν.

Ωστόσο, επειδή ο Φρόιντ απορρίπτει εντελώς το δημιουργικό ρόλο της ριζικής φαντασίας, της φαντάσμευσης, είναι κάπως αναγωγιστής ή ντιτερμινιστής—τείνει πάντα να προσπαθεί να βρίσκει τη σύνδεση αιτιών και αποτελεσμάτων στη ψυχική ζωή του υποκειμένου, τη σύνδεση που δημιούργησε σε αυτό το υποκείμενο το τάδε σύμπτωμα, νεύρωση ή συγκεκριμένη εξέλιξη. Αυτό οδηγείται στα άκρα σε ιστορίες όπως στο Λεονάρντο Ντα Βίντσι (A Childhood Memory of Leonardo da Vinci), στο οποίο προσπαθεί να εξηγήσει έναν από τους πίνακες του Λεονάρντο και τη δημιουργική του ζωή με βάση ένα περιστατικό της παιδικής του ηλικίας, το οποίο επίσης υποτίθεται ότι είναι μύθος, και το οποίο, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι στέκει, αδυνατεί να εξηγήσει τη ζωγραφική του Λεονάρντο, γιατί αυτός ο πίνακας είναι σπουδαίος, ή γιατί αισθανόμαστε ευχαρίστηση βλέποντάς τον. Επίσης, όταν τίθεται το ερώτημα της εξήγησης της εξέλιξης ενός μοναδικού υποκειμένου—παρουσιάζοντας τους λόγους για μια συγκεκριμένη νεύρωση και όχι κάποια άλλη—ο Φρόιντ τελικά παραδέχεται ότι είναι αδύνατο να ξέρουμε, και επικαλείται "την επιλογή της νεύρωσης". Ένα άτομο επιλέγει τη νεύρωσή του, και μέχρι δύο ή τριών ετών έχει ήδη ξεκινήσει να γίνεται ιδεοληπτικό αντί, ας πούμε, υστερικό.

Β: Όμως η έκφραση "επιλογή της νεύρωσης" δεν είναι αντιφατική με αυτό που θεωρείτε ως ντιτερμινισμό; Επειδή, προφανώς, το να μιλά κανείς για επιλογή είναι από μόνο του αποκήρυξη του ντιτερμινισμού, και συνεπώς παραδοχή ότι δεν υπάρχει σχέση αιτίας και αποτελέσματος ανάμεσα στην ιστορία ενός προσώπου και την ψυχοπαθολογία του.

Κ: Αυτό είπα. Ο Φρόιντ αναπόφευκτα προσπαθεί να βρει μια σύνδεση μεταξύ αιτίας και αποτελέσματος. Για παράδειγμα, στην ανάλυση του Ανθρώπου-Αρουραίου (ή Άνθρωπος με τα ποντίκια) ή του Ανθρώπου-Λύκου (ή Άνθρωπος με τους Λύκους), λέει ότι ένα συγκεκριμένο σύμπτωμα υπάρχει επειδή ένα συγκεκριμένο πράγμα συνέβη μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ωστόσο, πρώτον, δεν βλεπει ότι αυτό που συνέβη τότε έπαιξε αυτόν τον ρόλο μόνο επειδή ο ασθενής απέδωσε σ' αυτό αυτήν τη φανταστική σημασία. Και δεύτερον, ο Φρόιντ δεν εξηγεί αυτό που έγινε, και άρα είναι αναγκασμένος στο τέλος να πει ότι υπάρχει η επιλογή της νεύρωσης που δεν μπορεί να εξηγήσει. Αναφέρεται συχνά σε συστατικούς παράγοντες, αλλά οι συστατικοί παράγοντες είναι όπως οι ιστορίες (κληρονομικότητα) στην παλαιά ιατρική, ή οι υπνωτικές αρετές του οπίου, όπως έλεγε ο Μολιέρος. Οι συστατικοί παράγοντες δεν αποτελούν απάντηση. Όμως, για ακόμα μια φορά, πρέπει να είμαστε δίκαιοι—για παράδειγμα, στα βρέφη, από την αρχή υπάρχει αρκετή διαφορά στην αντοχή τους απέναντι στον εκνευρισμό. Μερικά βρέφη, αφού τους δοθεί η θηλή του μπουκαλιού, παραμένουν ήσυχα για έξι ώρες μέχρι να ξαναπεινάσουν, ενώ άλλα πολύ γρήγορα αρχίζουν να κλαίνε, να ουρλιάζουν, να απαιτούν τη θηλή ή το μπουκάλι, ή να μην δέχονται να φύγει η μητέρα. Τότε, συστατικός παράγοντας σημαίνει κάτι εκ γενετής. Ωστόσο, κάθε προσπάθεια ψυχαναλυτικού ντιτερμινισμού αποτυγχάνει.

Ο Φρόιντ είπε το ίδιο πράγμα στα κείμενα του 1936-40, όσον αφορά τη γυναικεία ομοφυλοφιλία, όταν δήλωσε ότι ένα κορίτσι, κατά τη διάρκεια της εφηβείας, έχει τρεις εναλλακτικούς δρόμους. Μπορεί να γίνει μια γυναίκα που της αρέσουν οι άντρες και θέλει να κάνει παιδιά, μπορεί να γίνει μια ξυνή γεροντοκόρη που απεχθάνεται το σεξ και οτιδήποτε σχετικό με αυτό, ή μπορεί να γίνει ένα αγοροκόριτσο στο οποίο, ακόμα κι αν παραμένει λανθάνουσα, θα υπάρξει μια τάση προς την ομοφυλοφιλία. Γιατί κάποια επιλέγει μια εναλλακτική αντί μιας άλλης; Θα μπορούσε κανείς να δείξει παράγοντες που οδήγησαν σε μια συγκεκριμένη επιλογή ή κλίση, αλλά τελικά δεν μπορεί ποτέ να καθοριστεί.

Β: Τα προβλήματα που θέτει ο Φρόιντ πάνω στην "επιλογή" των νευρώσεων ή του τρόπου που είναι κάποια γυναίκα δεν είναι συνδεδεμένα με προβλήματα έμφυτα σε όλες τις ιστορικές ανασυνθέσεις, μια και ο ιστορικός ανασυνθέτει χρονικά τις διαδικασίες; Πάντα υπήρξε αυτή η ταλάντωση μεταξύ ντιτερμινισμού και ιντιτερμινισμού στις ιστορικές ανασυνθέσεις.

Κ: Ναι. Ακριβώς για αυτόν τον λόγο ο ντιτερμινισμός και ο επιστημονικός αναγωγισμός είναι ψευδείς—δεν μπορεί ποτέ να επιδειχθεί η ολότητα των ικανών και αναγκαίων συνθηκών. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι υπάρχει απουσία οποιασδήποτε μορφής ντιτερμινισμού—υπάρχουν συγκεκριμένες σχέσεις αιτίας και αποτελέσματος, αλλά όχι πάντα και όχι ουσιαστικά. Εξαρτάται από τον τομέα.

Β: Όμως στην ψυχανάλυση, δρα κανείς πάνω στις αιτίες ή σε κάτι άλλο;

Κ: Αυτή είναι η πιο σημαντική και δύσκολη ερώτηση. Η ψυχανάλυση επιχειρεί να μετασχηματίσει τον τρόπο που βλέπει ο ασθενής τον κόσμο του. Πρώτον, επιχειρεί να τον κάνει να δει τον κόσμο των φαντασιώσεών του. Δηλαδή, επιχειρεί να τον κάνει να καταλάβει ότι ο τρόπος που βλέπει τον κόσμο είναι ένας τρόπος που, στο μεγαλύτερο μέρος του, εξαρτάται από τις δικές του ψυχικές κατασκευές και φαντασιώσεις. Δεύτερον, επιχειρεί να τον οδηγήσει σε μια αρμόζουσα σχέση με τις φανταστικές του κατασκευές. Αν ασχολείσαι, για παράδειγμα, με κάποιον παρανοϊκό, πρώτα πρέπει να καταλάβει—όχι με λογικά επιχειρήματα, αλλά μέσω αναλυτικής εργασίας—ότι δεν είναι αλήθεια πως όλοι τον καταδιώκουν, αλλά ότι, ουσιαστικά, η άποψή του είναι δική του φαντασματοποίηση, και ότι μπορεί κανείς να πει ακόμα και ότι όταν πραγματικά συναντά άτομα πρόθυμα να τον καταδιώξουν, είναι δική του επιλογή. Επιλέγει τη γυναίκα που θα τον διώξει. Διάλεξα ένα ακραίο παράδειγμα, επειδή με έναν παραληρηματικό παρανοϊκό δεν μπορεί να γίνει τίποτα—είναι αναγκαίο να πάρει κανείς μια οριακή περίπτωση. Ωστόσο, είναι πιο πειστικό από όταν προσπαθείς να οδηγήσεις έναν νευρωτικό στο να ξεπεράσει αυτόν τον τρόπο της φαντάσμευσης. Υπάρχουν άλλες περιπτώσεις που είναι θέμα οδήγησης του ασθενή σε μια πιο ειρηνική και λογική συμβίωση με τον φανταστικό του κόσμο, όπως και με τις νέες φανταστικές του κατασκευές. Ο τρόπος με τον οποίο συμβαίνει αυτό είναι επίσης ένα από τα μυστήρια της ανάλυσης. Ο Φρόιντ ποτέ δεν κατάφερε να εξηγήσει γιατί μια πραγματική ερμηνεία έχει αποτέλεσμα. Και δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί μια αληθής ερμηνεία άλλες φορές έχει κάποιο αποτέλεσμα και κάποιες άλλες κανένα. Ένας ξεροκέφαλος αναλυτής θα πει: "αν μια ερμηνεία δεν έχει αποτέλεσμα, είναι επειδή δεν είναι αληθής". Αυτό δεν είναι ακριβές.

Β: Σχετικά με τα αποτελέσματα της ανάλυσης, τα τελευταία χρόνια έχει υπάρξει αξιοσημείωτη κριτική της εγκυρότητας, της επιστημονικής αλήθειας της ψυχανάλυσης από συγκεκριμένες επιστημολογικές σχολές. Για παράδειγμα, οι Πόπερ, Grünbaum και Άιζενκ (Eysenck) έχουν ασκήσει κριτική στην επιστημονική ισχύ της ψυχανάλυσης. Ο Grünbaum συγκεκριμένα είπε ότι η ανάλυση μερικές φορές απλά δημιουργεί φαινόμενα placebo. Ποια η γνώμη σας σε τέτοιες κριτικές που θεωρούν την ανάλυση θεραπεία μαγείας; Επειδή, μερικές φορές, και οι μάγοι θεραπεύουν.

Κ: Αλλά όμως πώς το κάνουν αυτό; Οι κύριοι Grünbaum, Πόπερ, ακόμα και ο Λεβί-Στρως δεν έχουν εξήγηση για αυτό. Ο Λεβί-Στρως λέει ότι οι ψυχαναλυτές είναι οι σύγχρονοι σαμάνοι, και οι σαμάνοι οι ψυχαναλυτές των πρωτόγονων κοινωνιών. Αλλά γιατί υπάρχουν εμπειρίες των τυφλών κλινικών μελετών (double blind) [3]; Γιατί υπάρχουν φαινόμενα placebo; Επειδή υπάρχει υποβολή. Αλλά γιατί υπάρχει υποβολή; Η ψυχανάλυση απαντά ότι η υποβολή είναι πάντα αποτέλεσμα μετάθεσης. Ο ασθενής που παίρνει το φάρμακο από τον γιατρό πιθανόν θα πιστεύσει ότι το φάρμακο είναι ευεργετικό, και για αυτόν τον λόγο υπάρχει φαινόμενο placebo και αυτή η πίστη μπορεί να έχει επίδραση στην ψυχή. Δεύτερον, γι' αυτό γίνονται τυφλές κλινικές μελέτες, και αν λέει κάποιος ότι πηγαίνει σε ψυχαναλυτή τρεις φορές την εβδομάδα και ότι αυτό είναι ευεργετικό λόγω placebo, τότε δεν λέει απολύτως τίποτα. Για ποιον λόγο υπάρχει placebo;

Β: Ναι, αλλά λέτε ότι η επιστημολογία και η ανάλυση παραδέχονται και οι δύο την ύπαρξη της υποβολής. Δεν πιστεύω ότι κάποιος αναλυτής θα παραδεχόταν με ευχαρίστηση ότι τα αποτελέσματα που προκαλεί είναι λόγω υποβολής, ακόμα κι αν αυτή εξηγείται ψυχαναλυτικά.

Κ: Η ψυχανάλυση μπορεί να εξηγήσει την υποβολή, αλλά η υποβολή δεν μπορεί να εξηγήσει την ψυχανάλυση. Επειδή η ψυχανάλυση είναι ουσιαστικά—δεν λέω αποκλειστικά—δουλειά του ίδιου του αναλυόμενου. Αυτοί οι φιλόσοφοι, ίσως επειδή συχνά ζουν στις ΗΠΑ, έχουν στο μυαλό τους έναν ψυχαναλυτή που λέει στον ασθενή: "αν σκέφτεσαι κάτι, είναι γιατί έτσι έκανε η μητέρα σου". Ωστόσο, ψυχαναλυτές άξιοι του ονόματός τους δεν θα έλεγαν κάτι τέτοιο. Λοιπόν, κάποιοι έχουν πιο περίπλοκα σχήματα: μερικοί λένε ότι ο ασθενής που ξέρει τι σκέφτεται ο αναλυτής θα προσπαθήσει να του πει ότι το ξέρει, και άλλα τέτοια. Αλλά αν κάποιος έχει εμπειρία στην ανάλυση, δεν γίνονται τέτοιου είδους πράγματα. Είναι ζήτημα αυθεντίας, αλλά τελικά έχω εμπειρία που ο Grünbaum δεν έχει. Αν κάποιος θέλει, με πιστεύει, κάποιος άλλος, όχι. Κάποιος βλέπει πώς ένας ασθενής αλλάζει κατά τη διάρκεια της ανάλυσης, και κάποιος βλέπει ότι αντιστέκεται. Πώς εξηγεί ο κος Grünbaum γιατί κάποια αντίσταση σε ένα σημείο υποχωρεί; Γιατί ένας ασθενής μπορεί να έχει μηδενική πρόοδο για δύο χρόνια και ξαφνικά κάτι κινείται και αλλάζει ταχύτητα;

Αυτές οι κριτικές, ξεκινώντας από τον Πόπερ, συγκρίνουν την ψυχανάλυση με μια ιδέα της επιστήμης ταυτισμένη με τις θετικές επιστήμες. Αλλά όποιος περνά την ψυχανάλυση για θετική επιστήμη είναι ηλίθιος. Ο Πόπερ παλεύει εναντίον τέτοιων ηλίθιων. Σύμφωνα με τη λογική του Πόπερ, δεν μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει ιστορία, γιατί δεν υπάρχει περίπτωση διάψευσης στην ιστορία. Αυτό γίνεται μόνο σε γεγονότα σχετικά με την ύλη. Αν κάποιος πει "δεν υπάρχει Παρθενώνας στην Αθήνα", υπάρχει διαψεύσιμη διάσταση επειδή μπορεί κάποιος να τον πάει στην Αθήνα και να του δείξει τον Παρθενώνα. Αλλά αν κάποιος λέει, όπως ο Μπούρκχαρτ, ότι για τους αρχαίους Έλληνες το αθλητικό στοιχείο—δηλαδή ο συναγωνισμός και ο ανταγωνισμός—ήταν πολύ σημαντικά, αυτό είναι μια ερμηνεία και δεν είναι επαληθεύσιμο σύμφωνα με τον Πόπερ. Ο Πόπερ, με αυτό το δήθεν κριτήριο, λέει ότι υπάρχουν θετικές επιστήμες που υπάρχει εμπειρία, μέτρηση, κ.λπ., και όλα τα άλλα είναι λογοτεχνία. Ίσως είναι έτσι, αλλά αυτή η λογοτεχνία ίσως είναι σημαντικότερη από τις θετικές επιστήμες. Η ιστορία, η κοινωνία, η ψυχή, οι ζωές μας, είναι τουλάχιστον τόσο σημαντικά όσο τα μόρια και τα άτομα.


[1] Για όρους συμβουλεύτηκα τη Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας του Κορνήλιου Καστοριάδη και το Φρόιντ και Φροϊδισμός του Κλεάνθη Γρίβα. Μια και δεν είμαι μεταφραστής, όλο και κάτι θα έχει ξεφύγει...
[2] "We believe that all men are created free and equal for the pursuit of happiness". Φυσικά για τις γυναίκες, ούτε λόγος!
[3] http://en.wikipedia.org/wiki/Double_blind#Medical_applications

Σάββατο 17 Μαΐου 2008

Μαρκοβιανές αλυσίδες, ισορροπία και πραγματικότητα.

Το παρακάτω κείμενο έχει γραφτεί πριν από αρκετό καιρό και είναι λίγο πρόχειρο. Το θέμα, όμως, δεν απαιτεί ιδιαίτερη ανάπτυξη μια και ο παραλογισμός των "οικονομικών" φαίνεται καθημερινά. Αυτό το ξέραμε. Δείτε πώς αναπαράγεται και με ακαδημαϊκό προσωπείο.

Οι πιθανότητες, και ειδικότερα και οι μαρκοβιανές αλυσίδες, μας δίνουν ένα μέτρο αβεβαιότητας. Το μέτρο αυτό, είναι περιορισμένο σε ένα χρονικό πεδίο τέτοιο ώστε να προϋποτίθεται από το πρόβλημα. Η πιθανότητα, δηλαδή, να συμβεί το Α ή το Β την τάδε στιγμή πρέπει να έχει νόημα σαν ερώτηση. Το σημαντικότατο αυτό γεγονός, εξοβελίσθηκε από τα αντίστοιχα κεφάλαια που βρισκόταν, στους προλόγους ή τις εισαγωγές των βιβλίων πιθανοτήτων και στοχαστικών διαδικασιών, ενώ πρόσφατα εξαφανίστηκε και από εκεί, ή έμεινε σαν υποσημείωση στο τέλος της σελίδας (με μικροσκοπική τυπογραφία).

Υπάρχουν επίσης και βιβλία, που ενώ αναφέρουν την παρατήρηση σχετικά με τη χρονική πραγματικότητα, πρακτικά την παραβιάζουν! Παράδειγμα βιβλίο (με GNU FDL παρακαλώ!) που δεν χρειάζεται να αναφερθεί το όνομά του, μια και είναι ένα ανάμεσα σε πολλά όμοια, και έχει το εξής παράδειγμα, που επιλέγεται για λόγους απλότητας:

Ένας πολιτικός αποκαλύπτει αν θα είναι υποψήφιος στις επόμενες εκλογές. Η είδηση μεταφέρεται με πιθανότητα p αναλλοίωτη, ενώ με 1-p αλλοιωμένη. Αν η αλυσίδα είναι εργοδική, ποιο ποσοστό των ανθρώπων γνωρίζουν την αληθή απόφαση, ποιοι οι μέσοι χρόνοι επίσκεψης των καταστάσεων κλπ.

Κάποια από τα ερωτήματα (τα περισσότερα) για να απαντηθούν απαιτούν τον υπολογισμό των οριακών πιθανοτήτων. Με την πρώτη ματιά, δεν υπάρχει πρόβλημα! Η αλυσίδα είναι εργοδική και ανάγωγη, οπότε ποιο το κώλυμα; Το θέμα είναι, ότι οι οριακές πιθανότητες αποτελούν μοναδικές λύσεις αβεβαιότητας, όταν ο χρόνος τείνει στο άπειρο, δηλαδή όταν το σύστημα βρίσκεται σε κατάσταση ισορροπίας.

Ξεκινάμε με το αστείο της υπόθεσης: μέχρι να φτάσουμε σε κατάσταση ισορροπίας, οι εκλογές θα έχουν γίνει! Όπως και οι επόμενες. Όπως και οι επόμενες. Όπως και… μακάρι κάποια στιγμή να σταματήσουν. Οπότε μπορούμε να έχουμε μόνο ένα μέτρο για το πού οδηγούν οι μεταβάσεις, και όχι μοναδικές λύσεις του προβλήματος. Ακριβέστερα, για το πού θα οδηγούσαν, αν είχαμε άπειρο χρόνο (η έκφραση άπειρος χρόνος είναι κενή).

Και τώρα το πιο “σοβαρό” της υπόθεσης, το οποίο φαινομενικά είναι εξίσου αστείο: αν ο πολιτικός αλλάξει την απόφασή του, τότε οι οριακές πιθανότητες, τινάζονται στον αέρα! Σε “ισορροπία”, βέβαια, ξέρουμε πάλι την απόφαση του πολιτικού σε σχέση με τις εκλογές. (Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, λόγω της boolean λογικής του. Αν οι καταστάσεις ήταν 3…) Δεν ξέρουμε όμως, τι θα κάνει ο πολιτικός.


Πρόταση 1:

Δεν μπορεί να αναλυθεί ως μαρκοβιανή αλυσίδα και να φτάσει σε ισορροπία (equilibrium state) ένα πρόβλημα που εμπεριέχει και προϋποθέτει ανθρώπινη βούληση.

Το απρόβλεπτο και αυθόρμητο της ανθρώπινης ψυχής καθορίζει τις ανθρώπινες αποφάσεις με τρόπο που είναι, όχι διαφορετικός, αλλά άλλος από τον τρόπο που ορίζεται ο χρόνος και οι καταστάσεις στις μαρκοβιανές αλυσίδες. Στην ανθρώπινη συμπεριφορά υπάρχει, όχι μόνο υποκειμενική αντίληψη και θεώρηση του χρόνου, αλλά και αδυναμία ορισμού συνόλων πάνω στις καταστάσεις της ζωής, εκτός από τετριμμένες και αδιάφορες περιπτώσεις. Με ανθρώπινα μέτρα, η απόφαση ‘δεν είμαι υποψήφιος στις εκλογές’ δεν είναι μία—ή είναι παντελώς αδιάφορη. Δεν έχει καμμία σημασία: μπορεί να σημαίνει οτιδήποτε, από το γεγονός ότι βαριέμαι, μέχρι το γεγονός ότι δεν θέλω να νομοθετεί ένα αντιπροσωπευτικό σώμα τριακοσίων, αλλά η κοινωνία. Το ότι οι δύο αυτές σημασίες, τόσο διαφορετικές μεταξύ τους, υπάγονται στην ίδια κλάση ισοδυναμίας της αλυσίδας, αποτελεί ολοφάνερο παραλογισμό.

Ευτυχώς, οι κοινωνιολόγοι έχουν μείνει αρκετά μακριά από τέτοιες παγίδες. Δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για τους οικονομολόγους, τους στατιστικούς, τους αναλογιστές. Η οικονομική δραστηριότητα ανάγεται συνεχώς σε τέτοια μοντέλα, όχι μόνο σε εργασιακό επίπεδο των ασφαλιστών και των συμβουλευτικών εταιρειών, αλλά και στα βιβλία που αναφέραμε πριν. Άλλο κλασσικό παράδειγμα προβλήματος που ανάγεται σε μαρκοβιανή αλυσίδα είναι:

Η εταιρεία Χ χάνει p% των πελατών της ανά έτος από την Υ, q% από την Ζ κλπ. Αν το αρχικό της μερίδιο είναι α%, πόσο μερίδιο θα έχει σε κατάσταση ισορροπίας;

Ναι, με την προϋπόθεση ότι σε ένα έτος οι πελάτες αγοράζουν μόνο από μία εταιρεία, ότι η εταιρεία Υ πραγματικά δημοσιεύει τα ποσοστά της (γιατί να κάνει κάτι τέτοιο σε μια ανταγωνιστική κοινωνία, και πού ξέρει από ποια εταιρεία είναι οι εισρεόμενοι;), ότι δεν θα ανακύψουν άλλες εταιρείες, ότι η ζήτηση θα παραμείνει σταθερή, ότι η προσφορά θα παραμείνει σταθερή, άρα ο πληθωρισμός, οι μισθοί, η κυβερνητική πολιτική, η κοινωνική στάση θα είναι σταθερά. Ε, αυτό απλά δεν γίνεται.

Πρόταση 2:
Η οικονομική δραστηριότητα προϋποθέτει (και κατευθύνεται από την) ανθρώπινη βούληση.

Ο άνθρωπος δημιούργησε κοινωνικά την έννοια της οικονομίας, η οποία πήρε διάφορες σημασίες ανά εποχή, και όχι η οικονομία τον άνθρωπο. Η οικονομία, σε αντίθεση με ό,τι αναγγέλουν φιλελεύθεροι και μαρξιστές, δεν είναι το κέντρο των πάντων! Οι προαναφερθέντες, την έκαναν κέντρο των πάντων, τουλάχιστον προσπάθησαν, με αποτελέσματα να βλέπουμε τέτοιες οικτρές παρεμβάσεις ακόμα και στο επιστημονικό πεδίο.

Πρόταση 3:
Συνδυάζοντας τις Προτάσεις 1 και 2, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως η οικονομική δραστηριότητα δεν μπορεί να αναλυθεί ως μαρκοβιανή αλυσίδα και να φτάσει σε ισορροπία (equilibrium state).

Με την πρόταση αυτή αντιτίθενται στην πράξη πανεπιστημιακοί καθηγητές βάζοντας τέτοιες ασκήσεις στους φοιτητές τους, μην αναφέροντας ποτέ στο μάθημα τους περιορισμούς και, συνεπώς, κατασκευάζοντας τον τύπο του φοιτητή-πανεπιστήμονα του στυλ: κατέχω την μέγιστη αλήθεια που εσύ, ώ θνητέ, δεν κατέχεις—ξέρω “οικονομικά”.

Συμβουλή: αφήστε τις μαρκοβιανές εκεί που διαπρέπουν: στα πληθυσμιακά και θερμοδυναμικά μοντέλα, και γενικότερα σε άψυχα!

Κυριακή 6 Απριλίου 2008

Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΗΣ

H βεβήλωση του μνημείου του Ολοκαυτώματος… και μετά ο βιασμός της Βουλγάρας μαθήτριας στην Αμάρυνθο… και μετά η δολοφονία «του Αλβανού Έντισον Γιαχάϊ με την αλβανική σημαία στο μπλουζάκι» στο Ρέθυμνο με 17 μαχαιριές ...και μετά η δολοφονία του Αλβανού κρατούμενου Λεωνίδα Καλτσά στο ΑΤ Ίλιον ...και μετά ο δολοφονικός ξυλοδαρμός (και πάλι Αλβανού) μετανάστη από τρεις πολίτες στο κέντρο του Βόλου ...και πριν λίγο καιρό η «αυτοδολοφονία» του Τόνι στην Καλαμαριά... και αύριο η συμπαράσταση στον Πλεύρη (φασίστας μεν, αλλά ενάντια στο Ισραήλ, που στην δικαστική αλλά και στην αριστερή/αναρχική γλώσσα είναι κάτι που αποτελεί «ελαφρυντικό στοιχείο»)... ναι λεπτομέρειες μεν και ψιλά γράμματα αλλά τουλάχιστον για μας, τα μόνα που μας ωθούν να γράφουμε και να δραστηριοποιούμαστε ακόμα σε αυτήν την «μικρή σας κοινωνία που βρωμάει ρατσισμό... και όλα τα άλλα»...
αναδημοσίευση παραγράφου από το terminal119

Κάθε λαός ο οποίος ιστορικά δεν σέβεται τον "Άλλον", αλλά στηρίζει την ύπαρξή του στην κοινωνική ξένωση ΔΕΝ έχει κανένα δικαίωμα "αυτο-ονομασίας" από την στιγμή που οποιαδήποτε αυτοθέσμιση δεν συμβαίνει με τον απαραίτητο, σε μια άμεση δημοκρατία, αυτοπεριορισμό.

Αυτό ας το θυμούνται οι βαλκάνιοι που αυτο-ονομάστηκαν... "Έλληνες" (!!!) οι οποίοι έχουν διαπράξει-μεταξύ άλλων-τα προαναφερθέντα εγκλήματα για να ενισχύσουν την ταυτότητά τους. Σε αντίθεση με αυτά που προσπαθούν να μας πείσουν διάφοροι αριστεροί/αυτόνομοι, οι κάτοικοι του κράτους της ελλάδας είναι συνένοχοι για αυτά τα εγκλήματα, και όχι ένας "τίμιος πλην παραπλανημένος" λαός, οπότε έχουν ΙΣΤΟΡΙΚΗ ευθύνη, που ΔΕΝ είναι κάτι διαφορετικό από την κοινωνική/πολιτική ευθύνη. (Τι ωραία που είναι να είσαι παραπλανημένος από τους ξένους! Δεν έχεις καμία ευθύνη, αυτοί φταίνε για όλα, ποτέ εμείς. Φταίνε οι Άλλοι...)

Όσοι "αντιεθνικιστές" σιώπησαν συνένοχα στα ανωτέρω εγκλήματα αλλά προβάλλοντας τον "αντιεθνικισμό" τους έλυσαν την σιωπή τους και είναι λαλίστατοι για το αν η Μακεδονία πρέπει να είναι Άνω, Κάτω, Πέρα, Δώθε, με ελληνικές επιχειρήσεις ή χωρίς, ξεχνούν ότι:

Όταν μιλάμε για αντιεθνικισμό υποχρεωτικά πρέπει να αναφερόμαστε στον εθνικισμό της πατρίδας μας, διαφορετικά αυτό για το οποίο μιλάμε είναι η εξωτερική πολιτική.
Φίλιππας Κυρίτσης: http://www.sitemaker.gr/fakyris/

Σχετικά με τη ζωή των Βαλκάνιων και τη δημιουργία (εκ του μηδενός) των εθνών της περιοχής: Χριστόπουλος Βασίλειος, "Κι εσύ Έλληνας ρε;", ΚΕΔΡΟΣ 2005

Δευτέρα 3 Μαρτίου 2008

διαρρηγνύοντας την κλειστότητα - μια πρόχειρη προσέγγιση

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

Η ορθοδοξία στην πολιτική, αποτελεί κάτι πολύ περισσότερο από παιδική ασθένεια. Αποτελεί προϋπόθεση και αποτέλεσμα μιας πολιτικής της ετερονομίας. Η φράση “ο Χ είπε το Υ, άρα είναι σωστό” μπορεί να πάρει οποιαδήποτε μεταμφίεση, και πάντα θα έχει τραγικό αποτέλεσμα. Είτε ο Χ είναι ο Frank Knight, είτε ο Marx, είτε ο Καστοριάδης (το Υ επιστημονικός φιλελευθερισμός, αντικειμενικοί νόμοι κίνησης της Ιστορίας, πρόταγμα της αυτονομίας, αντίστοιχα), η ανωτέρω φράση αποτελεί μια διαστρέβλωση του λόγου. Καταργεί τον λόγο σαν γνώμη και εγκαθιδρύει τον λόγο σαν πραγματικότητα, εγκαθιδρύει Τον Λόγο (του Θεού, του Λένιν, του Τρότσκι).

Αυτός ο Λόγος δημιουργεί ένα κλειστό σύστημα: οποιοδήποτε πρόβλημα έχει λύση μόνο μέσα στον Λόγο. Παίρνουμε το Υ που είπε ο Χ και απλά εξηγούμε τα πάντα μέσω του Υ! Λίγο—πολύ, τελειώσαμε. Να μην ξεχάσουμε να ραντίσουμε με λίγη μεταφυσική για να καλύψουμε τα αναπόφευκτα κενά. Έτσι, όλα τα προβλήματα εξηγούνται μέσω του Υ. Τώρα μπορούμε να το παίζουμε σοφοί και να μας θαυμάζουν οι φίλοι μας. Επίσης, ήρθε η ώρα να φτιάξουμε μια κλειστή (ως προς Χ,Υ) ομάδα, και να γίνουμε θεματοφύλακες του Υισμού. Είμαστε οι ελίτ, σε αντίθεση με το ανόητο και αδαές πλήθος…

Μετά από έντονες και σοβαρές προσπάθειες Δυτικών φιλοσόφων επι πολλά έτη, η φράση “ο Χ είπε το Υ, άρα είναι σωστό” έχει σταματήσει να λέγεται ρητά. Θεωρείται δείγμα έλλειψης επιχειρημάτων (ώ! καθωσπρεπισμός!) και χρησιμοποιείται μόνο με την εξάντληση της υπομονής του συνομιλητή, και πάντα “σε τελική ανάλυση”. Η σημασία της, όμως, παραμένει σε μεγάλο βαθμό παρούσα και αναλλοίωτη. Η μοντέρνα μεταμφίεσή της, είναι η άρνησή της: “ο Χ δεν είπε το Ζ, άρα το Ζ είναι λάθος”.

Η λογική είναι ίδια: το Ζ δεν ανήκει στον Λόγο, στην κλειστή ως προς Χ,Υ ομάδα, άρα αποκλείεται να αποτελεί λύση (είπαμε, η γνώμη απαγορεύεται). Το Ζ αποκλείεται να είναι μια υπόθεση, γνώμη, πρόταση. Πρέπει να είναι “λύση”. Έτσι, μπαίνει ένα τέρμα στον διάλογο, ή συνεχίζει να αναπαράγεται ένας φαύλος κύκλος ψευδο-διαλόγου—μια ανόητη συνομιλία ανάμεσα σε δυο κλειστότητες. Έξοχο παράδειγμα είναι ο διάλογος Κρέοντα-Αντιγόνης. Έξοχη είναι και η παρατήρηση του Καστοριάδη ότι αυτό συμβαίνει εν γνώσει του Σοφοκλή, αφού το μόνος φρονείν το επισημαίνει ο Αίμωνας. Είναι όμως έξοχη, επειδή όντως το επισημαίνει ο Αίμωνας, και όχι επειδή το είπε ο Άγιος Καστοριάδης—μεγάλη η χάρη του.

ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟ ΤΟΥ ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΜΟΥ

Η επέκταση των λύσεων, δεν αλλάζει το θέμα! Μια λογική πασοκικού-ΣΕΚ τύπου (όχι ότι περιορίζεται εκεί, απλά σ’ αυτούς αυτή η λογική είναι εντονότερη), “σε όλα μέσα είμαστε”, έχει σαφέστατα επίσης κάποιον Λόγο. Ο Λόγος, μπορεί αυτή τη φορά να αρνηθεί τον Χ, αλλά μόνο αν το επιστρέψει ο Αρχηγός. Η αντικατάσταση της φράσης “ο Χ είπε το Υ, άρα είναι σωστό” ή “ο Χ δεν είπε το Ζ, άρα το Ζ είναι λάθος” με την φράση “ο Χ είπε το Υ, αλλά αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη σωστό, γιατί έτσι λέει ο Α”, απλά θέτει Β = “ο Χ είπε το Υ, αλλά αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη σωστό”. Οπότε έχουμε “ο Α είπε το Β, άρα είναι σωστό”.

Το νέο είναι τώρα ότι έχουμε εισάγει μια δόση σχετικισμού και ψευδοπλουραλισμού. Πάλι, είναι μια στρεβλωτική εικόνα. Δεν πρόκειται παρά για μια προσπάθεια διεύρυνσης, αλλά ταυτόχρονα διατήρησης της κλειστότητας. Αυτό μπορεί να γίνεται είτε αθροίζοντας διαφορετικές κλειστότητες, είτε διευρύνοντας μια κεντρική κλειστότητα ώστε να συμπεριλάβει ως υποσύνολα κάποιες άλλες.

Έτσι, πολλές ομάδες-συλλογικότητες-κόμματα έχουν άλλοθι “δημοκρατικότητας” συμπεριλαμβάνοντας πολλά κλειστά υποσύνολα, τα οποία είτε καταβροχθίζουν (π.χ. πασοκ, ΣΕΚ), είτε βρίσκονται σε διαρκή και άγονη σύγκρουση, αλλά όχι διάλογο (π.χ. ΕΑΑΚ, ΜΕΡΑ). Τώρα αυτοί μπορούν να χαίρονται και να το παίξουν σοφότεροι των προηγουμένων. Ο Α, ο Αρχηγός, δεν είναι ανάγκη να επιβάλλει ρητά την κυριαρχία του: πολλά προβατάκια, τρομαγμένα από τον ανοιχτό κάμπο, θα τρέξουν εθελοντικά στη στάνη του Πλατωνικού τους ποιμένα. Έτσι θα πάρουν γραμμή από το Α (Αρχηγός-οβα-Indymedia), ενώ όλη μέρα κοροϊδεύουν αυτούς που την παίρνουν και επίσημα από το “ “Πολιτικό” “Γραφείο” ” τους.

ΔΙΑΡΡΗΞΗ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΤΟΤΗΤΑΣ

Μιλάμε όμως για πολιτική. Για ανθρώπινη δημιουργία, μέσα στον κοινωνικο-ιστορικό χρόνο με τον οποίο συμβαίνει. Δεν γίνεται καν να οριστούν σύνολα ή κλειστότητες όταν μιλάμε για νοήματα ή σημασίες. Δεν γίνεται, συνεπώς, ούτε να ιεραρχηθουν, σαν να αποτελούν ποσότητες (οι μολότοφ είναι σημαντικότερες από τα κείμενα, η εργασία σημαντικότερη από τη σχέση των φύλων).

Το ζήτημα είναι ότι για να υπάρξει πολιτική ως δραστηριότητα, πρέπει να παραμείνει ανοιχτό το πολιτικό ως πεδίο. Πρέπει να διαρρηχθεί η κλειστότητα των σημασιών, η οποία δημιουργεί μια θρησκευτική και/ή πορνική στάση. Δεν μιλάμε για διάρρηξη για την διάρρηξη: θέλουμε ανοιχτό πολιτικό πεδίο και αδιάλειπτη πολιτική δραστηριότητα για να πραγματώσουμε τις επιθυμίες μας, για να πάρουμε στα χέρια μας τον έλεγχο της ζωής μας, και όχι για να χαιρόμαστε πόσο γαμάτοι είμαστε που έχουμε ανοιχτό πολιτικό πεδίο.

Έτσι, θέλουμε π.χ. να καταλάβουμε πανεπιστήμια ή εργοστάσια για να πραγματώσουμε έναν άλλο, όχι απλά διαφορετικό, τρόπο λειτουργίας τους, και όχι για να βάλουμε ένα “επαναστατικό” λουκέτο και να πάμε για μπάνιο… Έναν τρόπο ο οποίος έχει άλλους σκοπούς από τους υπάρχοντες: γιατί σπουδάζουμε—για ποιον σκοπό; γιατί δουλεύουμε; γιατί δεν υπάρχει κατώτατος μισθός ασκούμενου—με ποια λογική; (όχι λογιστικά) κλπ.

Μια μερικότητα της διάρρηξης δεν είναι δυνατή. Από τη στιγμή που διαρρηγνύεται μια ορθοδοξία ανοίγει ένα νέο πεδίο σημασιών, ένα νέο πεδίο νοημάτων. Φυσικά, αυτό το νέο πεδίο είναι κατ’ αρχήν προσβάσιμο ως δυνατότητα. Δεν υπάρχει καμμία εγγύηση ότι θα πραγματωθεί με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο. Εξαρτάται από τα ιδιαίτερα ερείσματα της φυσικής στιβάδας, όσο και από το μάγμα κοινωνικο-ιστορικών και ατομικών φαντασιακών σημασιών.

Μια αναμόρφωση των πεδίων νοημάτων, των πεδίων πράξης, δεν σημαίνει ότι είναι απεριόριστη, όσον αφορά το περιεχόμενό της. Τα όρια, όμως, των κοινών πραγμάτων και υποθέσεων μπορούν και πρέπει να τεθούν—και, αν χρειαστεί, να επανατεθούν, όντας διαρκώς τιθώμενα—από κοινού. Η αντίφαση ότι αν θέσουμε κοινωνικούς σκοπούς αυτομάτως θα χάσουμε την ατομική μας αυτονομία είναι μια παρανόηση που ξεχνά ότι αν συμμετέχω σαν άτομο στην διαμόρφωση του σκοπού, δημιουργικά και ενεργά, όχι όμως εγωιστικά—θέλω να περάσει το “δικό μου” (σε μια άσκοπη κοινωνία, τι να το κάνεις το “δικό σου”;), ο κοινωνικός σκοπός είναι και δικός μου.

Το να θέσουμε κάποιους σκοπούς κοινωνικά με όρους και ατομικής ελευθερίας, δεν σημαίνει σε καμμία περίπτωση νομικές διατάξεις κανονιστικού χαρακτήρα με απόλυτη κυριαρχία και κυρώσεις, όπως ισχύει σήμερα. Μια κοινωνική επίγνωση της αυτοθέσμισης και του αυτοπεριορσιμού, δηλαδή της αυτονομίας της κοινωνίας και των ατόμων, μπορεί να οδηγήσει σε κυρωτική ή/και κυριαρχική επιείκια απέναντι σε άτομα ή ομάδες, από τη στιγμή που είναι φανερή—από λέγειν και πράττειν—η πρόθεση των ομάδων ως προς τον σκοπό—ως προς την επίτευξή του δηλαδή, και όχι η “εκπλήρωση” του σκοπού ή η μη-”εκπλήρωσή” του.

Εξάλλου, αυτό είναι και το μόνο μέσο που έχουμε διαθέσιμο για να πετύχουμε οτιδήποτε. Η πρόθεσή μας π.χ. να διαρρήξουμε την πολιτική ορθοδοξία, είναι η μόνη δυνατότητα για να συμβεί κάτι τέτοιο. Η κλειστότητα της Ανάρες έσπασε από τον Σεβέκ και το Συνδικάτο Πρωτοβουλίας, όχι από τους Νουχνίμπι, μας λέει η Λε Γκεν. Δεν θα μας έρθει ένα ανοιχτό πολιτικό πεδίο ουρανοκατέβατο, ή αν ερχόταν, δεν θα μπορούσε να διατηρηθεί, αφού οι απανταχού ορθόδοξοι θα το μετέτρεπαν σε κλειστό. Δεν έχουμε καμμία βεβαιότητα ότι θα τα καταφέρουμε, και δεν μπορούμε να κριθούμε από το “αποτέλεσμα”. Ούτε έχει νόημα η απάθεια και ο μηδενισμός λόγω έλλειψης βεβαιότητας, δηλαδή η παραίτηση από τη δυνατότητα.

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2008

Interaction & Virtual Environments

2.1. Introduction

Human-Computer Interaction is a relatively new domain in the science of Informatics. Its elements have been present since the beginning of the computer age, but hadn’t been considered to be important or primary at that time and thus, a distinct domain wasn’t formed. The fact that the domain emerged recently, along with the dominant institution of techno-science, often lead to misunderstandings. An examination of the terms Interaction, Human, Computer, on their own may elucidate the situation.

/> Interaction: A universal definition is impossible. It can certainly be told, however, that not all forms of communication are to be classified under this term (e.g. between two routers), even if there is a request-and-respond action from the participants.

There has to be a relationship between the n-th respond and the (n-1)-th request. This relationship has to be more than a functional or, in general, an ensidic one—there has to be a relationship of content, a relationship of presentations, a relationship of meaning.

/> Human: The most usual misunderstanding of the domain until now is that it tries to explain humans through the external characteristics of their behaviour (behaviourism). So, we have loads of models of the brain as teukhein, as a deterministic machine (with some random noise, but without changing the general concept). Humans are represented in analogy to the computer, as two different sources of “objective reality”, which they communicate in the form of bits (reminding us Kant’s for itself), but simply having their own special way to express this “reality”.

This viewpoint cancels human psyche; humans and computers are alien/other to each other, not different; humans are capable of representing—of making meaning emerge in a magmatic relationship of the ensidic, imaginary, symbolic, phantasmatic; it cancels human creation, the social self-institution which happens through and with the historical time.

Recent research [2] [3] [4] [5] that surpass a mechanistic model and discuss about the content of interaction, has encountered with astonishment the fact that, apart from emotions and easy learning, participants in interactive experiences show enhanced sociality (this was successfully realized in the Bauhaus School) [6].

/> Computer: Interaction is usually considered to be “external” action. The metaphor of “navigation” used in Interface Design shows the contradiction. When we “navigate” in an application we perceive it in two opposite ways. The Cartesian view of the digital landscape is external to us, as a map both independent and spontaneous. On the contrary, our subjective presence is an undoubted part of the virtual digital landscape. This contradiction is quite old [2].

The computer, however, bears within itself interactivity—it has been constructed for this purpose. Its application
and its hardware are thinkable as interactive because they are organized as such. Anyway, the computer processes data and not information—meaning-making, due to lack of radical imaginary, is impossible. This is often omitted during the development of interactive applications. Inevitably then, we have to take Humans into consideration even more, if we take into account this alterity. This distinction is essential to us, and we view it as Human-Computer Interaction’s principle and not as a neo-humanistic ideal.

Progress in Human-Computer Interaction (presented in 2.2) is technically undoubted, because of research on and understanding of some basic functions of interactivity. Nevertheless, one has to keep in mind progress (or rather evolution?) in Human Interaction, like with Freudian psychoanalysis initially, group therapy afterwards, etc.

2.2. Interactivity

People tend to connect interactivity to computers, especially after 1990 when Bill Moggridge came up with the term interaction design, but this is totally insufficient. Interactivity has been in different regions and eras of social-historical institution, in the fires of Homer, in the smoke signals of Native American, or in the stone cairns of the Celts.

Several centuries later, in the 1830s, Samuel Morse constructed and designed not only his code, but also the whole telegraph system: the electric circuits, the mechanism to produce the code and user’s training. Of course, it didn’t happen in one day, but it is the first communication system too complex for the average user. It required an entire system to be specially designed.

Similarly, for other communication systems such as the radio, the telephone or television, interfaces had to be designed by the engineers. For the very first time the interface
was not a human being (the telegrapher, the typographer, the post-man), but a mechanical, and often automatic, device. We can define, for the first time, a virtual interface. These interfaces were also used for the communication between devices (telephone routers etc.). This forms an entire virtual environment. Interaction design, at that time, was not a priority.

Machinery used for these technological achievements had human input, but in a simple, linear, non-adoptable way. That changed with the use of computers.

Other advancements concerning input and data control in computers, came from medical and film industry and have many similarities. In motion capture usually sensors are used, reflective or gyroscopic to construct and control virtual environments. State-of-the-art implementations combine different sensor types (U70 computer, XSens MT9, ARTTrack, Flock of Birds, ARToolKit, Garmin GPS18 USB). [8] [9]

Usual navigation in virtual environments with touch screens derives from 2D and 3D computer desktops and its usability is questioned. The iOrb device was specially designed for command and data input in virtual environments. The user can run application commands selecting from 1D and 2D pie menus. Spatial selection include both selection rays and cones. Interaction uses relative gyroscopic distances, so measuring is quite sensitive to errors. [10]

Concerning the development of interactive applications targeting the expression of users’ psychic presentations, haptic senses are used, a rather constraining factor. State-of-the-art application is the reacTable*, while non-haptic virtual environments had been restricted to visualization of voice data—as in the installations Hidden Worlds, Messa di Voce and RE:MARK. [11] [12] There has been a lack of an electronic music instrument that allows the musicians to express psychic representations through their own physical movement, but with a non-haptic interface, controlled completely remotely.


[2] J. Wood, The Virtual Embodied, Routledge, London, 1998.
[3] S. Rafaeli, Interactivity.
[4] M. Merleau-Ponty, Phenomenology of Perception, Humanities Press, New York, 1962.
[5] P. Light, K. Littleton, “Situational Effects in Computer-Based Problem Solving”, Discourse, Tools, and Reasoning, Springer-Verlag, 1997.
[6] D. Svanaes, Understanding Interactivity, 1999.
[7] G. Levin, Painterly Interfaces for Audiovisual Performance, Massachusetts Institute of Technology, 1994.
[8] D. Schmalstieg, G. Reitmayr, “The World as a User Interface: Augmented Reality for Ubiquitous Computing”, Central European Multimedia and Virtual Reality Conference, 2005.
[9] N.J. Dellemana, E. den Dekkera, T.K. Tana, I3VR –Intuitive Interactive Immersive Virtual Reality– Technology, France, 2006.
[10] G. Reitmayr, C. Chiu, A. Kusternig, M. Kusternig, H. Witzmann, “iOrb - unifying command and 3d input for mobile
augmented reality”, Proc. IEEE VR Workshop on New Directions in 3D User Interfaces, IEEE, pp. 7–10, 2005.
[11] S. Jordà, Sonigraphical Instruments: From FMOL to the reacTable*, 2003.
[12] G. Levin & Z. Lieberman, In-Situ Speech Visualization in Real-Time Interactive Installation and Performance, 2004.

Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2008

Humans and Music

Part from our Thesis (Evans+DinOS)

1.1. Introduction

A simple and universal definition of Music proposed by ethnomusicologists and sociologists of music is “sound organized in human way”. Western Music is usually defined as the Art and Science dealing with sound. This separation between Theory and Action has been cultivated intensively since the ancient Greeks who, by the term Music, meant initially Poiesis, Melos and Choros, as a unification of Theatrical arts, while music theory was studied as Harmonics. This separation has been adopted and preserved from the western european civilization, so today, we may say that music as Science studies the origin, production, order, pitch, amplitude, duration of sounds, as also the connection among them. Thus emerged the special fields of Morphology, Musicology, Ethnomusicology, History of Music, Acoustics. As an Art, it tries to cover the human need of expressing, using sound, specific thoughts, emotions or psychic states.

Sound elements turn into music only due to their organization. A human is needed, who may be recognized by their environment as having special skills and knowledge, to decide how to organize chosen sounds in a certain time-space. The way sound is organized by the human, thus producing music, depends on the interaction with the natural, social and cultural environment, on natural laws such as symmetry, periodicality, repetition, echo, and also on unpredictable factors.

But, what does “humans express, using sound, specific thoughts, emotions or psychic states” mean? Why do humans have the need to express themselves this way? Why is the sound material organized in this, and not some other, way? What are the factors that make humans express themselves in this particular way? What does expression of the self mean? What do the words “sound”, “thought”, mean to a human? Does a musician really create something (and an Artist in general), or are they more “influenced” than we can imagine from the social and cultural environment? What does “social and cultural environment” mean, how does it become “influenced” by humans, and how are humans “influenced” by it?

This paper is an effort to set questions and aporia such the above, that are in our interest for the last years. We hope that these questions will be the entrance in a labyrinth which we hope to elucidate to our very end, to our telos (if telos exists—and what does telos mean?).

1.2. Social-historical

What is society? What is history or, even better, how and why is there change in a society as time passes by? In reference to what does this change happen? Does anything new emerge in history and what does it mean? Why are there many types of society and not only one? What is their difference and why is there such? If someone told that this difference is illusive, why does this illusion, this phainesthai exist? Why does the thing itself appear as other?

The numerous given answers since the dawn of thought can easily be reduced to two types; and their various alterations. The first is the naturalistic, that reduces society and history primarily to the biological nature of humans. The second type is rationalistic/logicistic (differences appear according to the specific meaning of ratio-logos). According to [1], naturalism and rationalism are nothing more than means to extend the axioms and schemata of the ensemblistic-identitary logic (for brevity’s sake ensidic logic) in history and society. Has the inherited thought, using always the ensidic logic, given a solid answer? Until now, never [1]. It always does, and always will fall into contradictions. For 25 centuries, greco-western thought has been grounded, processed, expanded, on this thesis: einai (isness), means to be determined (einai ti), legein (reasoning), means legein a determined discourse (ti legein), alithōs legein (reasoning for the truth) signifies the determination of the legein and of the discourse, according to the determination of the einai or the determination of einai according to the determination of the legein, and the final awareness of their identicalness. This is the Western institution of thought as logos. The ensidic logic effects everything. Even the discourse of those who doubt it, of those who try to eliminate it. The existence of society as collective, anonymous doing/representing, is impossible (inconceivable to us) without the institution of legein (distinct-choose-set-collect-count-tell) and without its embodied ensidic logic. According, again, to [1], a society ensembles the first physical strate and transforms it into social imaginary values. Humans institute their society in basis of physical events, but these institutions “surpass” nature and are determined by social imaginary values, which bear reference to the magma of all imaginary values of this specific society. For example, in a society live male and female people who can be signified as men and women. They bear boys and girls who are always and everywhere incapable of surviving, unless adults protect them for some time. Until now we can see the effect of the first physical strate. But the way how the distinction in men and women subsets is done, how children grow up, what is the children-adults difference, can all be reduced to the magma of all the imaginary values of the specific society. The physical event may give stimuli for institution, but there is a huge gap between the stimulus and a necessary and sufficient condition. [1]

Social-historical institution is that in which and through which the social imaginary emerges and is. This institution is institution of a magma of meanings, of social imaginary meanings. The participable representative basis of these meanings consists of images or figures, in the broad sense of the terms. Image or figure representations may be, and often are indeed, images or figures on their term, and consequently are new bases of meaning. The social imaginary
is primarily creation of meanings and creation of images or forms that are their (the meanings’) basis. A significant part of the meanings of a society, these which may be or are explicitly expressed, are instituted, directly or indirectly, in and through language. At the same time, the ensemblization of the world which is instituted by the society, is done in and through legein. Legein is the ensemblistic-ensembling dimension of social representing/legein, as teukhein is the ensemblist-ensemblizing dimension of social doing/prattein. Both prop (étayage) on the identitary side of the first physical strate, but both are, already by themselves, social creations, primary and instrumental institutions of every institution. Language is in and through two indistinguishable dimensions or vectors. It is langue as far as it signifies, that is as it refers
to a magma of meanings. It is code as far as it organizes and is organized identitarilly, or since it is legein. Language cannot try to ensemble the world, unless it (language) is a system of sets and ensemblist relations itself and unless it institutes itself as such a system. Language is the first and only real set that has ever been, the only “objectively real” and not just “typical” set. Every other set, not only logically presupposes it, but also can’t be constituted unless it contains the same operation type. Every identitary logic is nothing but the function of identitary operations which are instituted in and through legein, in and through language as code.

As legein embodies and makes the ensidic dimension of language to be, and in general of the social representing, teukhein embodies and makes the ensidic dimension of social doing/prattein to be. As language is langue and code, also teukhein, as ensidic, is indistinguishable between the imaginary dimension of doing/prattein and the magma of social imaginary values, which are made-to-be by social doing and in which and through these values, this doing is social doing. [1]

1.3. The Subject

We saw until now, how the social-historical institution of society happens. We have to examine however, the social-historical institution of the subject, that is the transformation of the psychic monad to a social subject, for whom there will be other subjects, objects, world, society, institutions, things which are primarily meaningless and existence for the psyche.
This leads us to discuss the problem of the psyche, that actually is inseparable from the problem of the social-historical, two expressions of the radical imaginary, here as radical imagination, there as social imaginary.

Freudian outlook remained blind to two domains: social-historical institution and the psyche as radical imagination, that is, essentially, as emergence of presentations or as presentational flow that does not follow any determinism.

The process of the social institution of the subject, that is of the socialization of the psyche, is a unified process of psycho-enfantement or socio-enfantement. It is a history of the psyche, during which the psyche is altered (verändert) and opens itself to the social-historical world, also through its own function and creativity, and a history of imposing to the psyche a mode of being that the psyche itself would never make emerge and which constructs/creates the social subject. The common result of these two histories is the emergence of the social subject as coexistence, always impossible and always realized, of a private or closed world and a common or public world.

1.4. Conclusion

What we call art (techne) derives from teukhein. So, music also, is a product of teukhein. In music the creator tries to express some psychic presentations. Due to the establishment of the Other, however, these presentations reflect the presentations of inherited thought, those that emerge from the Other of the unconscious.

Consequently, in order to be able to create (in the special sense of the term) music, humans should surpass as much as they can inherited thought, the establishment of the Other, ensidic logic, and have moments of expression and emergence of new presentations (vorstellung).

Humans should not try to forclude the Other (it is impossible) but to establish a new type of relation between the conscious and the unconscious. They should know when each part functions. They should surpass heteronomy, and their society’s heteronomy. The subject and societies should self-institute themselves explicitly and consciously whatever this might conclude to.

[1] C. Castoriadis, The Imaginary Institution of Society, Κέδρος (Kedros), 1978.
more chapters coming soon...