Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

Ο Alain Badiou για την Τυνησία, τις εξεγέρσεις και την επανάσταση

Το παρακάτω κείμενο είναι μετάφραση. Όπως έχει γίνει και στο παρελθόν με μεταφράσεις ή αναδημοσιεύσεις, δεν συμφωνούμε μέχρι κεραίας. Όμως, μερικά κείμενα είναι ενδιαφέροντα και είναι καλό να υπάρχουν μεταφρασμένα έτσι κι αλλιώς. Διαφωνούμε και με την οπτική υπό την οποία παρουσιάζει το κείμενο το, γενικά μιλώντας, πολύ αξιόλογο Wrong Arithmetic. Παρόλα τα κατά τόπους Μαρξικά κομμάτια (στα οποία μερικοί ίσως και να είμαστε αλλεργικοί), την παντελή απουσία αναφοράς στα κινήματα της Λατινικής Αμερικής, την κληρονομημένη αντίληψη για Μέση Ανατολή και Αφρική, ένα κείμενο που προτάσσει, χωρίς να αντιφάσκει, την ενεργό ιστορικότητα των κοινωνικών αγώνων πάντα θέλει μετάφραση. Για μια συγκροτημένη κριτική –αλήθεια! Δεν είναι κράξιμο!– στον Badiou διαβάστε με πάθος εδώ:
http://radicaldesire.blogspot.com/2010/06/badiou.html

Μετάφραση από το:
http://wrongarithmetic.wordpress.com/2011/02/02/alain-badiou-on-tunisia-riots-revolution/
Δημοσίευση πρωτοτύπου:
2 Φεβρουαρίου, 2011
Ενναλακτικές μεταφράσεις εμφανίζονται τοιουτοτρόπως.




Σημ. Wrong Arithmetic: Αυτή είναι μια πρόχειρη μετάφραση της απομαγνητοφώνησης του Daniel Fischer από την ομιλία στις 19 Γενάρη 2011 του σεμιναρίου του Alain Badiou με τίτλο Τι σημαίνει να "αλλάξει ο κόσμος";. Δεν είναι ένα γραπτό κείμενο του Badiou. Παρόλ' αυτά, παρουσιάζονται τα, προφανώς αυθόρμητα, σχόλιά του για την Τυνησία, τις εξεγέρσεις και την επανάσταση. Φαίνεται ότι ο Badiou ορθά (;!) τοποθετεί την εξέγερση στις πύλες τις επανάστασης και, καλώντας την Τυνησία τον "πιο αδύναμο κρίκο" (βλέπε Lenin για τη Ρωσία το 1917), σωστά σημειώνει την αρχή μιας τεράστιας αλλαγής στη Μέση Ανατολή. Οι έξοχες σημειώσεις του Daniel Fischer είναι μια σπουδαία πηγή υλικού για την εξελισσόμενη σκέψη του Badiou.

Ευχαριστίες στον Charles T. Wolfe για τη βοήθεια στη μετάφραση.

***


Σήμερα θα σας μιλήσω για την εξέγερση στην Τυνησία. Δεν θα αφήσουμε το θέμα του φετινού σεμιναρίου — Τι σημαίνει "να αλλάξει ο κόσμος"; — μια έκφραση της οποίας έχω ήδη επισημάνει τον αμφίσημο χαρακτήρα.


Αν ως "εξέγερση" εννοούμε τη δράση στον δρόμο ανθρώπων που θέλουν να ανατρέψουν την κυβέρνησή τους με μέσα διαφόρων βαθμών βίας, πρέπει αμέσως να δώσουμε έμφαση στο στοιχείο που κάνει την Τυνησιακή εξέγερση σπάνια: υπήρξε νικηφόρα. Ένα καθεστώς έμοιαζε σταθερά ακλόνητο για 23 χρόνια, και να που ανατράπηκε από μαζικές δράσεις, οι οποίες, ipso facto, αναδρομικά το καθιστούν “τον πιο αδύναμο κρίκο”. Γιατί να αναλύσουμε το φαινόμενο, ενώ θα μπορούσαμε απλά να αράξουμε και να γουστάρουμε να χαιρόμαστε; Βλέπουμε μια αόριστη ενόχληση να υπάρχει στον απαραίτητα ευχαριστημένο χαρακτήρα, ας τον ονομάσουμε συναινετικό χαρακτήρα, που πρέπει να επιδεικνύεται παρά την εγγενή παρανομία των γεγονότων. Σήμερα δεν είναι εύκολο να πεις: "Αγαπώ Ben Ali, λυπάμαι που πρέπει να εγκαταλείψει την εξουσία." Όποιος το πει αυτό βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Ο λόγος που πρέπει να τιμήσουμε την υπουργό Alliot-Marie, που δημοσίως μετάνιωσε για την καθυστέρησή της να παραδώσει το "know-how" της γαλλικής αστυνομίας στην υπηρεσία του Ben Ali, είναι ότι εξέφρασε δυνατά αυτό που οι συνάδελφοί της μόνο ψιθύριζαν. Δίπλα της ο Sarkozy είναι υποκριτής και δειλός. Όπως και όλοι οι άλλοι, Δεξιοί και Αριστεροί, που πριν λίγες βδομάδες αλληλοσυγχαίρονταν που είχαν τον Ben Ali ως ένα ισχυρό ανάχωμα ενάντια στον Ισλαμισμό και εξαίρετο μαθητή της Δύσης, και σήμερα αναγκάζονται λόγω της κοινής γνώμης να παριστάνουν ότι χαίρονται που φεύγει, με την ουρά στα σκέλια.


Το 'πα και το ξαναλέω Επαναλαμβάνω: η ανατροπή μιας κυβέρνησης από τη βία των μαζών (και κυρίως από τους νέους που πρωτοστάτησαν) είναι ένα σπάνιο γεγονός. Πρέπει να πάμε 30 χρόνια πίσω για να βρούμε ένα συγκρίσιμο συμβάν, δηλαδή στην Ιρανική Επανάσταση (1979)*. Τριάντα χρόνια κατά τα οποία η κυρίαρχη αντίληψη ήταν ότι τέτοια γεγονότα δεν ήταν πλέον δυνατά. Η θέση του "τέλους της ιστορίας" ισχυρίζεται ακριβώς αυτό. Αυτή η θέση δεν σημαίνει ότι τίποτα πλέον δεν θα συνέβαινε: το "τέλος της ιστορίας" σήμαινε "το τέλος των γεγονότων στην ιστορία [l'événementialité historique]", το τέλος μιας στιγμής όπου η οργάνωση της εξουσίας θα μπορούσε να ανατραπεί υπέρ των, όπως το είπε ο Τρότσκι, "μαζών που μπαίνουν στη σκηνή της ιστορίας". Η φυσιολογική ροή των πραγμάτων ήταν η συμμαχία της οικονομίας των αγορών με την κοινοβουλευτική δημοκρατία, μια συμμαχία που ήταν η μόνη διατηρήσιμη νόρμα της γενικής υποκειμενικότητας. Τέτοιο είναι το νόημα του όρου "παγκοσμιοποίηση": αυτή η υποκειμενικότητα έγινε παγκόσμια υποκειμενικότητα. Επιπροσθέτως, αυτό δεν ήταν ασύμβατο με τιμωρητικούς πολέμους (Ιράκ, Αφγανιστάν), εμφύλιους (σε δυσλειτουργικά Αφρικανικά κράτη), καταστολή της Παλαιστινιακής αντίστασης, κλπ. Οπότε αυτό που είναι πιο συναρπαστικό απ' όλα στα γεγονότα της Τυνησίας είναι η ιστορικότητά τους, δείχνουν ότι η ικανότητα δημιουργίας νέων μορφών συλλογικής οργάνωσης έχει μείνει ανέπαφη.


Το συνοθύλευμα σύνολο που σχηματίστηκε από την οικονομία των αγορών και την κοινοβουλευτική δημοκρατία, ένα σύνολο δοσμένο ως αξεπέραστη νόρμα, προτείνω να το ονομάσουμε "η Δύση" – έτσι αυτοαποκαλείται έτσι κι αλλιώς. Ανάμεσα στα άλλα ονόματα που κυκλοφορούν, βλέπουμε τα "διεθνής κοινότητα", "ο πολιτισμός" (όπου αντιτίθεται στις διάφορες μορφές βαρβαρότητας, βλ. "ο πόλεμος πολιτισμών"), "Δυτικές δυνάμεις"… Θυμηθείτε ότι πάνω από τριάντα χρόνια πριν η μόνη ομάδα που διεκδικούσε το όνομα "Δύση" — “Occident” — ως σήμα κατατεθέν τους ήταν μια μικρή ομάδα φασιστών με σιδερολοστούς (με τους οποίους αναμετρήθηκα στα νειάτα μου). Το γεγονός ότι πού αναφέρεται μια λέξη μπορεί να αλλάξει τόσο δραστικά μπορεί μόνο να σημαίνει ότι έχει αλλάξει ο ίδιος ο κόσμος. Ο κόσμος δεν έχει πλεόν το ίδιο υπερβασιακό [pdf].


Είμαστε σε μια εποχή εξεγέρσεων;


Θα μπορούσατε να συμφωνήσετε με αυτό, βλέποντας τα πρόσφατα συμβάντα στην ελλάδα, την Ισλανδία, την Αγγλία, την Ταϋλάνδη (τα κόκκινα χρωματιστά πουκάμισα), της εξεγέρσεις για τροφή στην Αφρική, τις κάποιοες εργατικές εξεγέρσεις στην Κίνα. Επίσης στη Γαλλία, υπάρχει κάτι σαν προεξεγερσιακή ένταση: μέσω φαινομένων όπως οι καταλήψεις εργοστασίων, ο κόσμος είναι στο μεταίχμιο της αποδοχής των εξεγέρσεων.


Ως εξήγηση, υπάρχει φυσικά η συστημική κρίση του καπιταλισμού που φανερώθηκε πριν δύο ή τρία χρόνια (και έχει ψωμί ακόμα και δεν φαίνεται να τελειώνει σύντομα) με τη συνέχεια του κοινωνικού αδιεξόδου, τη φτώχεια, και το αυξανόμενο αίσθημα ότι το σύστημα δεν είναι βιώσιμο και τρανό όπως λεγόταν. Η κενότητα των πολιτικών καθεστώτων έχει καταστεί πρόδηλη, έχοντας μόνο σκοπό την εξυπηρέτηση του οικονομικού συστήματος (το "σώστε τις τράπεζες" ήταν ιδιάιτερα χαρακτηριστικό), το οποίο συμβάλει πολύ στην αναξιοποίησή τους. Την ίδια περίοδο, και ακριβώς επειδή είναι τελεστές λειτουργοί της συστημικής επιβίωσης, τα κράτη έχουν λάβει δραματικά αντιδραστικά μέτρα σε όλο και περισσότερους τομείς (σιδηροδρόμους, ταχυδρομεία, σχολεία, νοσοκομεία…).


Θα ήθελα να τοποθετήσω αυτά τα φαινόμενα στο πλαίσιο της ιστορικής περιοδικότητας. Κατά τη μεταφυσική γνώμη μου, η τάση για εξεγέρσεις αυξάνεται σε ενδιάμεσες περιόδους [périodes intervallaires]. Τι είναι μια ενδιάμεση περίοδος; Υπάρχει μια αλληλουχία στην οποία η επαναστατική λογική αποκρυσταλλώνεται και παρουσιάζεται ρητά ως εναλλακτική, ακολούθως όμως υπάρχει μια ενδιάμεση περίοδος όπου η επαναστατική ιδέα δεν έχει διαχυθεί [déshérence], και στην οποία δεν έχει σχηματιστεί ακόμα κάποια εναλλακτική. Κατά τη διάρκεια τέτοιων περιόδων οι αντιδραστικοί μπορούν να πουν, ακριβώς επειδή η εναλλακτική είναι αδύνατη, ότι τα πράγματα έχουν επιστρέψει στο κανονικό. Χαρακτηριστικά, αυτό έγινε το 1815 με τους επανιδρυτές της Ιερής Συμμαχίας. Στις ενδιάμεσες περιόδους, η δυσαρέσκεια υπάρχει αλλά είναι αδόμητη επειδή αδυνατεί να αντλήσει τη δύναμή της από μια κοινή ιδέα. Η δύναμή της είναι ουσιαστικά αρνητική (“να φύγουν όλοι”). Γι αυτό η μορφή της μαζικής συλλογικής δράσης σε μια ενδιάμεση περίοδο είναι η εξέγερση. Πάρτε την περίοδο 1820-1850: ήταν μια περίοδος έντονων εξεγέρσεων (1830, 1848, η εξέγερση των Canuts στη Lyon), αλλά δεν ήταν στείρες, ήταν χύμα ανοργάνωτες [aveugle] αλλά πολύ γόνιμες. Οι μεγάλες πολιτικές κατευθύνσεις που αποτέλεσαν τα θεμέλια [vertébré] του επόμενου αιώνα αναδύθηκαν από εκείνη την περίοδο. Ο Μαρξ το λέει καλά: τα κινήματα των Γάλλων εργατών ήταν μια από τις πηγές του (εκτός της γερμανικής φιλοσοφίας και της αγγλικής πολιτικής οικονομίας).


Ποια είναι τα κριτήρια για να αξιολογήσουμε τις εξεγέρσεις;


Το συγκεκριμένο πρόβλημα με τις εξεγέρσεις, όσο και να αμφισβητεί την κρατική εξουσία, είναι ότι εκθέτει μεν το κράτος σε πολιτική αλλαγή (στην δυνατότητα κατάρρευσής του), αλλά δεν ενσωματώνει αυτή την αλλαγή: αυτό που θα αλλάξει στο κράτος δεν διαφαίνεται προϋπάρχει στην εξέγερση. Αυτή είναι και η κύρια διαφορά με μια επανάσταση, η οποία καθεαυτή προτείνει μια εναλλακτική. Γι αυτό, διαχρονικά, οι εξεγερμένοι παραπονούνταν ότι το νεό καθεστώς είναι ίδιο με το παλιό (το μοντέλο του, μετά την πτώση του Ναπολέωντα III, είναι το σύνταγμα της 4ης Σεπτέμβρη του καθεστώτος που στελεχώθηκε από παλιούς πολιτικούς). Σημειώστε ότι το κόμμα, του τύπου [concept] που δημιουργήθηκε από το RSDLP και μετά από τους Μπολσεβίκους, είναι μια δομή ρητά σχεδιασμένη ώστε να αυτοθεσμίζεται ως εναλλακτική εξουσία στη θέση του κράτους. Όταν η φιγούρα του εξεγερμένου γίνεται πολιτική φιγούρα, δηλαδή όταν έχει καθεαυτή το πολιτικό σώμα που χρειάζεται και η υποστήριξη μιας χρόνιας και πάγιας πολιτικής [aux vieux chevaux de la politique] καθιστάται άχρηστη, μπορούμε να πούμε ότι εκείνη τη στιγμή τελειώνει η ενδιάμεση περίοδος.


Επιστρέφωντας στην Τυνησιακή εξέγερση, είναι πολύ πιθανό να συνεχίσει — και να διασπαστεί — διακηρύττοντας ότι η νέα μορφή εξουσίας είναι τόσο αποσυνδεδεμένη από το κοινωνικό κίνημα που είναι επίσης ανεπιθύμητη. Τότε με ποια κριτήρια μπορούμε να αξιολογήσουμε την εξέγερση; Αρχικά πρέπει να έχουμε μια εμπάθεια με την εξέγερση, είναι απολύτως αναγκαία συνθήκη. Άλλο κριτήριο είναι η αναγνώριση της αρνητικής της εξουσίας, η μισητή εξουσία καταρρέει, τουλάχιστον συμβολικά. Αλλά τι αποφαίνεται σε τι καταφάσκει; Ο Δυτικός τύπος ήδη απάντησε λέγοντας ότι εκφράζεται μια επιθυμία για τη Δύση. Μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι υπάρχει μια επιθυμία για ελευθερία και ότι μια τέτοια επιθυμία είναι αναμφισβήτητα νόμιμη, υπό ένα δεσποτικό και διεφθαρμένο καθεστώς όπως αυτό του Ben Ali. Πώς αυτή η επιθυμία αποτελεί επιθυμία για τη Δύση είναι πολύ αβέβαιο.


Πρέπει να θυμόμαστε ότι η Δύση έχει δείξει ελάχιστα σημεία ενδιαφέροντος για την οργάνωση της ελευθερίας στα μέρη που παρεμβαίνει. Η πρόταση της Δύσης είναι: "θα περπατήσεις μαζί μας ή όχι;", δίνοντας στην έκφραση "περπάτα μαζί μας" μια σημασία που εσωτερικεύει την οικονομία των αγορών,** αν χρειαστεί ακόμα και σε συνεργασία με την ανθεπαναστατική αστυνομία. "Φιλικές χώρες" όπως η Αίγυπτος ή το Πακιστάν είναι τόσο δεσποτικές και διεφθαρμένες όσο ήταν η Τυνησία υπό τον Ben Ali, αλλά ακούσαμε λίγα σχετικά από αυτούς που παρουσιάστηκαν, στην περίπτωση της Τυνησίας, ως βαρβάτοι ρωμαλέοι υπερασπιστές της ελευθερίας.


Πώς μπορούμε να ορίσουμε ένα κοινωνικό κίνημα ως αναγώγιμο σε μια "επιθυμία για τη Δύση"; Μπορούμε να πούμε, και αυτός ο ορισμός ισχύει για κάθε χώρα, ότι συμπεριλαμβάνει ένα κίνημα που πραγματώνεται διαμέσω της φιγούρας του αντιδεσποτικού εξεγερμένου, του οποίου η αρνητική και κοινωνική εξουσία παίρνει τη μορφή του πλήθους, και του οποίου η καταφατική εξουσία έχει τη νόρμα που εγείρει η Δύση. Ένα κοινωνικό κίνημα που ικανοποιεί αυτόν τον ορισμό κατά πάσα πιθανότητα θα καταλήξει σε εκλογές και δεν υπάρχει λόγος να αναπτύξει άλλες πολιτικές προοπτικές. Ισχυρίζομαι ότι στο τέλος μιας τέτοιας διαδικασίας θα έχουμε γίνει μάρτυρες του φαινομένου της ενσωμάτωσης στη Δύση. Για τον Δυτικό τύπο, αυτό το φαινόμενο είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της εξέλιξης μιας εξέγερσης.


Αν αληθεύει, όπως προέβλεψε ο Marx, ότι ο χώρος που θα πραγματωθούν οι ιδέες της χειραφέτησης θα είναι παγκόσμιος (το οποίο, βασικά, δεν ίσχυσε για τις επαναστάσεις του 20ου αι.), τότε τα φαινόμενα της ενσωμάτωσης στη Δύση δεν μπρούν να είναι μέρος πραγματικής αλλαγής. Τι θα αποτελούσε πραγματική αλλαγή; Μια ρήξη με τη Δύση, μια "αποδυτικοποίηση", και θα έπαιρνε τη μορφή του αποκλεισμού. Όνειρο, σκέφτεστε, αλλά είναι ακριβώς ένα κλασσικό όνειρο ενδιάμεσης περιόδου σαν την δική μας.


Αν υπήρχε μια διαφορετική εξέλιξη από εκείνη της ενσωμάτωσης στη Δύση, τι θα μας βεβαίωνε; Καμμία κατηγορηματική απάντηση δεν μπορεί να δωθεί εδώ. Μπορύμε απλά να πούμε ότι δεν υπάρχει τίποτα στην ανάλυση της κρατικής λειτουργίας που, κατά εξαντλητική ανάγκη, να οδηγήσει τελικά σε εκλογές. Απαιτείται υπομονετική και προσεχτική έρευνα ανάμεσα στους ανθρώπους για να βρεθεί αυτό που, μετά από αναπόφευκτη διάσπαση (επειδή πάντα η Δυαδικότιτα φέρει αλήθεια, και όχι η Μονάδα), θα κουβαληθεί ενσωματωθεί από ένα κομμάτι του κινήματος, δηλαδή: διακηρύξεις [des énoncés]. Αυτό που διατυπώνεται δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να επιλυθεί μέσω της ενσωμάτωσης στη Δύση. Αν υπάρχουν εκεί, οι διακηρύξεις, θα είναι εύκολα αναγνωρίσιμες. Είναι αποτέλεσμα αυτών των νέων διακηρύξεων, το ότι μπορεί να γίνει αντιληπτή η ανάπτυξη της οργάνωσης των μορφών συλλογικής δράσης.


Επιστρέφουμε, συμπερασματικά, στην εμπάθεια. Το μάθημα που παίρνουμε από τα γεγονότα της Τυνησίας, το ελάχιστο μάθημα, είναι ότι κάτι που φαίνεται ως τελείως σταθερό μπορεί, τελικά, να καταρρεύσει. Και αυτό είναι ευχάριστο [plaisir], πολύ ευχάριστο [plaisir].


Ο A. B. τέλειωσε την ομιλία με την ανάγνωση του ποιήματος του B. Brecht "Εγκώμιο στη Διαλεκτική", με τελικό στίχο: Και το ποτέ έρχεται πριν τελειώσει η μέρα.


* Η πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης πριν 20 χρόνια δεν είναι συγκρίσιμη. Έπεσαν με τη συναίνεση της ΕΣΣΔ, συμβολικά με τη συνάντηση του Ανατολικογερμανού ηγέτη Honecker και των Ρώσσων φυλάκων του: όταν ζήτησε άδεια να πυροβολήσει το πλήθος (απαραίτητο βήμα γι αυτόν), του την αρνήθηκαν. Η αλλαγή στη κομμουνιστική δομή εξουσίας έγινε από τους ίδιους καρεκλοκένταυρους [apparatchiks] που στρογγυλοκάθησαν εγκαταστάθηκαν στην κεφαλή του εναπομείναντος συστήματος πριν καταρρεύσει.


** [μετάφρ.] Στα γαλλικά το 'περπατώ' είναι marcher και η οικονομία των αγορών είναι l’économie de marché, ο Badiou κάνει λογοπαίγνιο με το marcher και το marché.

Πέμπτη 10 Μαρτίου 2011

Καπνισμένα Δωμάτια, Αντισημιτισμός και Οικολόγοι-Πράσινοι

ή, πώς ανοίγει ο δρόμος για τον οικοφασισμό

Το παρακάτω κείμενο είναι μετάφραση, και αρχικά αφορά τη Βρεττανία. Αφορά όμως κι εμάς, αφενός μεν επειδή οι Οικολόγοι-Πράσινοι είναι συγκοινωνούντα δοχεία σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αφετέρου δε επειδή προειδοποιεί για το πώς ο ανισημιτισμός ανθίζει και εκεί που παίζουν ντεμέκ "σκεπτόμενοι" και ανοίγει την πόρτα στον οικο-φασισμό. Το πρωτότυπο κείμενο βρίσκεται εδώ:
http://modernityblog.wordpress.com/2011/02/09/smoke-filled-rooms-antisemitism-and-the-greens/


Οι παλιοί φοιτητές του Ιστορικού ή του Πολιτικού θα θυμούνται πώς φτιάχτηκε ο όρος καπνισμένα δωμάτια.

Σήμαινε ότι η πολιτική λήψη αποφάσεων γινόταν κεκλεισμένων των θυρών, ο κάθε Μητσάρας (ή Κατίνα) ήταν αποκλεισμένοι, ενώ οι μέσα στα πολιτικά πράγματα αποφάσιζαν διάφορα.

Είναι κάτι που τα νεώτερα πολιτικά κόμματα προσπαθούν να μας πείσουν ότι τα βρίσκει αντίθετα.

Προσπαθούν να μας πείσουν ότι αντιπροσωπεύουν μια νέα μορφή πολιτικής, με περισσότερη διαφάνεια, πιο ανοιχτή, συμμετοχική, για όλους τους πολίτες, όχι μόνο για πολιτικούς σε (καπνισμένα) δωμάτια που αποφασίζουν πόσο κάνει ένα κι ένα, ή όπως το έθεσε μία πολιτικός αρχηγός:

“[έχουμε] προωθήσει ένα νέο στυλ πολιτικής, δίνοντας έμφαση στη διαφάνεια, στη λογοδοσία και σε συναινετικούς τρόπους εργασίας…”

Αυτά θα θέλαν να πιστέψουμε κάποια κόμματα, αλλά η αλήθεια είναι πιο πεζή. Αυτό γίνεται φανερό κι απ' τις συζητήσεις των Οικολόγων-Πρασίνων σχετικά με τον αντισημιτισμό.

Μέσα στις τελευταίες εβδομάδες μια επιτροπή των Πρασίνων αποφάσισε ότι το κόμμα τους δεν θα εφάρμοζε καμμία πολιτική σχετικά με τον αντισημιτισμό.

Η απόφαση αυτή αντιτίθεται με την απόφαση του συνεδρίου των Πρασίνων να εφαρμοστεί τέτοια πολιτική.

Μάλιστα μέχρι και ένα έγγραφο είχε γραφεί που, αν και ατελές, ήταν μια αρχή και τουλάχιστον έδειχνε ότι οι Πράσινοι παίρναν τον αντισημιτισμό στα σοβαρά.

Ύστερα, αποσύρθηκε για “διορθώσεις”, και άλλες τέτοιες βλακείες.

Όσο το έγγραφο ήταν στην αφάνεια, όσοι διαφωνούσαν με οποιαδήποτε ρητή πολιτική των Πρασίνων ενάντια στον αντισημιτισμό έκαναν τις μανούβρες τους, θυμίζοντας τα παλιά καπνισμένα δωμάτια.

Και να που τον Γενάρη του 2011, όταν το θέμα ξανάρθε στην επιφάνεια, αποφασίστηκε να απορριφθεί οποιαδήποτε συμπαγής/στέρεα πολιτική των Πρασίνων ενάντια στον αντισημιτισμό.

Το οποίο μάλλον δείχνει ότι η πολιτική σπάνια αλλάζει παρά τα ωραία λόγια.

Επίσης δείχνει ότι οι Πράσινοι θα πρέπει να δουλέψουν πολύ σκληρά για να πείσουν όσους δεν είναι μέλη τους ότι παίρνουν στα σοβαρά τον αντιρατσισμό και την εναντίωση στον αντισημιτισμό.

Το έργο το 'χουμε ξαναδεί. Ο Hugh Muir είχε δίκιο απ' την αρχή.


Update 1:
Επειδή το θέμα του αντισημιτισμού έχει ιστορία μέσα και γύρω απ' το κόμμα των Πρασίνων, είναι χρήσιμο να θυμηθούμε μερικά παλιότερα posts:

The Green Party and antisemitism – Eve Garrard

Isca Stieglitz: Green Party and anti-semitism?

On the connection between anti-Israel sentiment and antisemitism


Update 2: Δεν είναι όλοι οι Πράσινοι ευχαριστημένοι με αυτή την κατάσταση, όπως δείχνει κάποιος στο the Daily (Maybe):

“Έχουμε τώρα μια κατάσταση που η [επιτροπή των Πρασίνων] GPRC έχουν επίσημα παραδεχτεί ότι υπάρχει πρόβλημα άλλα έχουν αποφασίσει να κάνουν μια γ*μημένη τρύπα στο νερό।”