Δευτέρα 3 Μαρτίου 2008

διαρρηγνύοντας την κλειστότητα - μια πρόχειρη προσέγγιση

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

Η ορθοδοξία στην πολιτική, αποτελεί κάτι πολύ περισσότερο από παιδική ασθένεια. Αποτελεί προϋπόθεση και αποτέλεσμα μιας πολιτικής της ετερονομίας. Η φράση “ο Χ είπε το Υ, άρα είναι σωστό” μπορεί να πάρει οποιαδήποτε μεταμφίεση, και πάντα θα έχει τραγικό αποτέλεσμα. Είτε ο Χ είναι ο Frank Knight, είτε ο Marx, είτε ο Καστοριάδης (το Υ επιστημονικός φιλελευθερισμός, αντικειμενικοί νόμοι κίνησης της Ιστορίας, πρόταγμα της αυτονομίας, αντίστοιχα), η ανωτέρω φράση αποτελεί μια διαστρέβλωση του λόγου. Καταργεί τον λόγο σαν γνώμη και εγκαθιδρύει τον λόγο σαν πραγματικότητα, εγκαθιδρύει Τον Λόγο (του Θεού, του Λένιν, του Τρότσκι).

Αυτός ο Λόγος δημιουργεί ένα κλειστό σύστημα: οποιοδήποτε πρόβλημα έχει λύση μόνο μέσα στον Λόγο. Παίρνουμε το Υ που είπε ο Χ και απλά εξηγούμε τα πάντα μέσω του Υ! Λίγο—πολύ, τελειώσαμε. Να μην ξεχάσουμε να ραντίσουμε με λίγη μεταφυσική για να καλύψουμε τα αναπόφευκτα κενά. Έτσι, όλα τα προβλήματα εξηγούνται μέσω του Υ. Τώρα μπορούμε να το παίζουμε σοφοί και να μας θαυμάζουν οι φίλοι μας. Επίσης, ήρθε η ώρα να φτιάξουμε μια κλειστή (ως προς Χ,Υ) ομάδα, και να γίνουμε θεματοφύλακες του Υισμού. Είμαστε οι ελίτ, σε αντίθεση με το ανόητο και αδαές πλήθος…

Μετά από έντονες και σοβαρές προσπάθειες Δυτικών φιλοσόφων επι πολλά έτη, η φράση “ο Χ είπε το Υ, άρα είναι σωστό” έχει σταματήσει να λέγεται ρητά. Θεωρείται δείγμα έλλειψης επιχειρημάτων (ώ! καθωσπρεπισμός!) και χρησιμοποιείται μόνο με την εξάντληση της υπομονής του συνομιλητή, και πάντα “σε τελική ανάλυση”. Η σημασία της, όμως, παραμένει σε μεγάλο βαθμό παρούσα και αναλλοίωτη. Η μοντέρνα μεταμφίεσή της, είναι η άρνησή της: “ο Χ δεν είπε το Ζ, άρα το Ζ είναι λάθος”.

Η λογική είναι ίδια: το Ζ δεν ανήκει στον Λόγο, στην κλειστή ως προς Χ,Υ ομάδα, άρα αποκλείεται να αποτελεί λύση (είπαμε, η γνώμη απαγορεύεται). Το Ζ αποκλείεται να είναι μια υπόθεση, γνώμη, πρόταση. Πρέπει να είναι “λύση”. Έτσι, μπαίνει ένα τέρμα στον διάλογο, ή συνεχίζει να αναπαράγεται ένας φαύλος κύκλος ψευδο-διαλόγου—μια ανόητη συνομιλία ανάμεσα σε δυο κλειστότητες. Έξοχο παράδειγμα είναι ο διάλογος Κρέοντα-Αντιγόνης. Έξοχη είναι και η παρατήρηση του Καστοριάδη ότι αυτό συμβαίνει εν γνώσει του Σοφοκλή, αφού το μόνος φρονείν το επισημαίνει ο Αίμωνας. Είναι όμως έξοχη, επειδή όντως το επισημαίνει ο Αίμωνας, και όχι επειδή το είπε ο Άγιος Καστοριάδης—μεγάλη η χάρη του.

ΤΟ ΑΝΤΙΔΟΤΟ ΤΟΥ ΠΛΟΥΡΑΛΙΣΜΟΥ

Η επέκταση των λύσεων, δεν αλλάζει το θέμα! Μια λογική πασοκικού-ΣΕΚ τύπου (όχι ότι περιορίζεται εκεί, απλά σ’ αυτούς αυτή η λογική είναι εντονότερη), “σε όλα μέσα είμαστε”, έχει σαφέστατα επίσης κάποιον Λόγο. Ο Λόγος, μπορεί αυτή τη φορά να αρνηθεί τον Χ, αλλά μόνο αν το επιστρέψει ο Αρχηγός. Η αντικατάσταση της φράσης “ο Χ είπε το Υ, άρα είναι σωστό” ή “ο Χ δεν είπε το Ζ, άρα το Ζ είναι λάθος” με την φράση “ο Χ είπε το Υ, αλλά αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη σωστό, γιατί έτσι λέει ο Α”, απλά θέτει Β = “ο Χ είπε το Υ, αλλά αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη σωστό”. Οπότε έχουμε “ο Α είπε το Β, άρα είναι σωστό”.

Το νέο είναι τώρα ότι έχουμε εισάγει μια δόση σχετικισμού και ψευδοπλουραλισμού. Πάλι, είναι μια στρεβλωτική εικόνα. Δεν πρόκειται παρά για μια προσπάθεια διεύρυνσης, αλλά ταυτόχρονα διατήρησης της κλειστότητας. Αυτό μπορεί να γίνεται είτε αθροίζοντας διαφορετικές κλειστότητες, είτε διευρύνοντας μια κεντρική κλειστότητα ώστε να συμπεριλάβει ως υποσύνολα κάποιες άλλες.

Έτσι, πολλές ομάδες-συλλογικότητες-κόμματα έχουν άλλοθι “δημοκρατικότητας” συμπεριλαμβάνοντας πολλά κλειστά υποσύνολα, τα οποία είτε καταβροχθίζουν (π.χ. πασοκ, ΣΕΚ), είτε βρίσκονται σε διαρκή και άγονη σύγκρουση, αλλά όχι διάλογο (π.χ. ΕΑΑΚ, ΜΕΡΑ). Τώρα αυτοί μπορούν να χαίρονται και να το παίξουν σοφότεροι των προηγουμένων. Ο Α, ο Αρχηγός, δεν είναι ανάγκη να επιβάλλει ρητά την κυριαρχία του: πολλά προβατάκια, τρομαγμένα από τον ανοιχτό κάμπο, θα τρέξουν εθελοντικά στη στάνη του Πλατωνικού τους ποιμένα. Έτσι θα πάρουν γραμμή από το Α (Αρχηγός-οβα-Indymedia), ενώ όλη μέρα κοροϊδεύουν αυτούς που την παίρνουν και επίσημα από το “ “Πολιτικό” “Γραφείο” ” τους.

ΔΙΑΡΡΗΞΗ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΤΟΤΗΤΑΣ

Μιλάμε όμως για πολιτική. Για ανθρώπινη δημιουργία, μέσα στον κοινωνικο-ιστορικό χρόνο με τον οποίο συμβαίνει. Δεν γίνεται καν να οριστούν σύνολα ή κλειστότητες όταν μιλάμε για νοήματα ή σημασίες. Δεν γίνεται, συνεπώς, ούτε να ιεραρχηθουν, σαν να αποτελούν ποσότητες (οι μολότοφ είναι σημαντικότερες από τα κείμενα, η εργασία σημαντικότερη από τη σχέση των φύλων).

Το ζήτημα είναι ότι για να υπάρξει πολιτική ως δραστηριότητα, πρέπει να παραμείνει ανοιχτό το πολιτικό ως πεδίο. Πρέπει να διαρρηχθεί η κλειστότητα των σημασιών, η οποία δημιουργεί μια θρησκευτική και/ή πορνική στάση. Δεν μιλάμε για διάρρηξη για την διάρρηξη: θέλουμε ανοιχτό πολιτικό πεδίο και αδιάλειπτη πολιτική δραστηριότητα για να πραγματώσουμε τις επιθυμίες μας, για να πάρουμε στα χέρια μας τον έλεγχο της ζωής μας, και όχι για να χαιρόμαστε πόσο γαμάτοι είμαστε που έχουμε ανοιχτό πολιτικό πεδίο.

Έτσι, θέλουμε π.χ. να καταλάβουμε πανεπιστήμια ή εργοστάσια για να πραγματώσουμε έναν άλλο, όχι απλά διαφορετικό, τρόπο λειτουργίας τους, και όχι για να βάλουμε ένα “επαναστατικό” λουκέτο και να πάμε για μπάνιο… Έναν τρόπο ο οποίος έχει άλλους σκοπούς από τους υπάρχοντες: γιατί σπουδάζουμε—για ποιον σκοπό; γιατί δουλεύουμε; γιατί δεν υπάρχει κατώτατος μισθός ασκούμενου—με ποια λογική; (όχι λογιστικά) κλπ.

Μια μερικότητα της διάρρηξης δεν είναι δυνατή. Από τη στιγμή που διαρρηγνύεται μια ορθοδοξία ανοίγει ένα νέο πεδίο σημασιών, ένα νέο πεδίο νοημάτων. Φυσικά, αυτό το νέο πεδίο είναι κατ’ αρχήν προσβάσιμο ως δυνατότητα. Δεν υπάρχει καμμία εγγύηση ότι θα πραγματωθεί με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο. Εξαρτάται από τα ιδιαίτερα ερείσματα της φυσικής στιβάδας, όσο και από το μάγμα κοινωνικο-ιστορικών και ατομικών φαντασιακών σημασιών.

Μια αναμόρφωση των πεδίων νοημάτων, των πεδίων πράξης, δεν σημαίνει ότι είναι απεριόριστη, όσον αφορά το περιεχόμενό της. Τα όρια, όμως, των κοινών πραγμάτων και υποθέσεων μπορούν και πρέπει να τεθούν—και, αν χρειαστεί, να επανατεθούν, όντας διαρκώς τιθώμενα—από κοινού. Η αντίφαση ότι αν θέσουμε κοινωνικούς σκοπούς αυτομάτως θα χάσουμε την ατομική μας αυτονομία είναι μια παρανόηση που ξεχνά ότι αν συμμετέχω σαν άτομο στην διαμόρφωση του σκοπού, δημιουργικά και ενεργά, όχι όμως εγωιστικά—θέλω να περάσει το “δικό μου” (σε μια άσκοπη κοινωνία, τι να το κάνεις το “δικό σου”;), ο κοινωνικός σκοπός είναι και δικός μου.

Το να θέσουμε κάποιους σκοπούς κοινωνικά με όρους και ατομικής ελευθερίας, δεν σημαίνει σε καμμία περίπτωση νομικές διατάξεις κανονιστικού χαρακτήρα με απόλυτη κυριαρχία και κυρώσεις, όπως ισχύει σήμερα. Μια κοινωνική επίγνωση της αυτοθέσμισης και του αυτοπεριορσιμού, δηλαδή της αυτονομίας της κοινωνίας και των ατόμων, μπορεί να οδηγήσει σε κυρωτική ή/και κυριαρχική επιείκια απέναντι σε άτομα ή ομάδες, από τη στιγμή που είναι φανερή—από λέγειν και πράττειν—η πρόθεση των ομάδων ως προς τον σκοπό—ως προς την επίτευξή του δηλαδή, και όχι η “εκπλήρωση” του σκοπού ή η μη-”εκπλήρωσή” του.

Εξάλλου, αυτό είναι και το μόνο μέσο που έχουμε διαθέσιμο για να πετύχουμε οτιδήποτε. Η πρόθεσή μας π.χ. να διαρρήξουμε την πολιτική ορθοδοξία, είναι η μόνη δυνατότητα για να συμβεί κάτι τέτοιο. Η κλειστότητα της Ανάρες έσπασε από τον Σεβέκ και το Συνδικάτο Πρωτοβουλίας, όχι από τους Νουχνίμπι, μας λέει η Λε Γκεν. Δεν θα μας έρθει ένα ανοιχτό πολιτικό πεδίο ουρανοκατέβατο, ή αν ερχόταν, δεν θα μπορούσε να διατηρηθεί, αφού οι απανταχού ορθόδοξοι θα το μετέτρεπαν σε κλειστό. Δεν έχουμε καμμία βεβαιότητα ότι θα τα καταφέρουμε, και δεν μπορούμε να κριθούμε από το “αποτέλεσμα”. Ούτε έχει νόημα η απάθεια και ο μηδενισμός λόγω έλλειψης βεβαιότητας, δηλαδή η παραίτηση από τη δυνατότητα.